Η πιο πρόσφατη ταινία του αειθαλούς, 89 ετών και συνεχίζει, Κλιντ Ίστγουντ είναι ένα πρωτότυπο crime drama με πρωταγωνιστή τον ίδιο. Βασισμένο σε αληθινή ιστορία, συνδυάζει στοιχεία γκανγκστερικού φιλμ, οικογενειακού δράματος και αφιερώματος στην τρίτη ηλικία. Ας το εξετάσουμε πιο αναλυτικά.
Το Βαποράκι (The Mule, 2018) – Crime drama, 115΄
Σκηνοθεσία: Clint Eastwood
Σενάριο: Nick Schenk
Πρωταγωνιστούν: Clint Eastwood, Bradley Cooper, Dianne West, Laurence Fishburne
Ένας ηλικιωμένος άνδρας, απελπισμένος για χρήματα και σε κάκιστη σχέση με την οικογένειά του, δέχεται να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως οδηγός για ένα ισχυρό μεξικάνικο καρτέλ που εμπορεύεται κοκαϊνη μεταξύ Μεξικού και ΗΠΑ.
Για αρχή ας αναφέρω πως μόνο και μόνο που ένας άνθρωπος εξακολουθεί να γυρίζει και να συμμετέχει σε ταινίες, και μάλιστα αξιόλογες ταινίες, στα 88 του χρόνια και μετά από έξι δεκαετίες καριέρας, είναι αξιοθαύμαστο. Σ΄αυτή την ταινία μάλιστα ο Ίστγουντ αποφεύγει τις πατριωτικές-εθνικιστικές παγίδες με τις οποίες φλέρταρε σε πρόσφατα κινηματογραφικά του εγχειρήματα (κυρίως στον Ελεύθερο Σκοπευτή) και επιστρέφει στο παλιό καλό στιλ του «μοναχικού λύκου» με το οποίο τον απολαμβάνουμε τόσα χρόνια τώρα.
Ο Ίστγουντ υποδύεται έναν υπερήλικα φημισμένο βοτανολόγο, του οποίου το υπέρμετρο πάθος για τη δουλειά του κόστισε σε μεγάλο βαθμό τη σχέση του με την οικογένεια και τους φίλους του. Η (πρώην) γυναίκα του και η κόρη του δε θέλουν ούτε να τον δουν, μόνο η εγγονή του κρατά κάποιες επαφές κι εξακολουθεί να τον αγαπά. Οικονομικά τα πήγαινε καλά, αλλά ξαφνικά καταστρέφεται, και στην ηλικία του, και χωρίς άτομα να τον στηρίξουν, δεν είναι και το πιο εύκολο να ξανασταθεί στα πόδια του.
Κάπως έτσι ξετυλίγεται το κυρίως πιάτο, με τον ήρωα να γίνεται το «βαποράκι» (ο οδηγός εκτελών μεταφορές δηλαδή) στο εμπόριο ναρκωτικών ενός μεξικάνικου καρτέλ. Δουλειά καλοπληρωμένη, που τον βοηθά να διορθώσει τα κακώς κείμενα σε όλα τα μέτωπα, αλλά άκρως επικίνδυνη, καθώς βρίσκεται υπό το στόχαστρο τόσο των αρχών όσο και μελών του ίδιου του καρτέλ.

O χαρακτήρας του Clint Eastwood (αριστερά) είναι βασισμένος στον Leo Sharp (1924-2016, δεξιά)
Δεν είναι ασυνήθιστο να βλέπεις σκηνοθέτες της τρίτης ηλικίας να σκηνοθετούν τον εαυτό τους σε αντίστοιχους ρόλους, αλλά το να βλέπεις έναν άνθρωπο στην ένατη δεκαετία της ζωής του να γίνεται εγκληματίας (όχι με αστείο τρόπο, όπως π.χ. στο Going in Style) και να συνεργάζεται με αδίστακτα καρτέλ είναι σίγουρα κάτι πρωτότυπο. Όπως και η ταύτιση που επιτυγχάνεται μ΄αυτό τον ήρωα, που παρότι τυπικά εγκληματίας η απόφασή του να κάνει αυτή τη δουλειά μοιάζει, προσωρινά τουλάχιστον, ως μία από τις καλύτερες που έχει κάνει στη ζωή του.
Όπως ανέφερα και στον πρόλογο, η ταινία προσπαθεί να πετύχει πολλούς διαφορετικούς στόχους. Να καταδείξει τα προβλήματα της τρίτης ηλικίας και της απομόνωσης. Να μας κάνει να δούμε το μήνυμα πίσω από τις λέξεις, σχετικά με το πόσο εύκολο είναι ένας ηθικός και έντιμος άνθρωπος να στραφεί στο έγκλημα. Να παρουσιάσει τις δυσκολίες στην εύθραυστη ισορροπία μεταξύ οικογένειας και καριέρας. Κι όλα αυτά, προφανώς, ενώ προσπαθεί και να είναι ευχάριστη, άνετη στην παρακολούθηση και χωρίς κενά στο σενάριο.
Το ερώτημα, λοιπόν, είναι, τα καταφέρνει; Σε γενικές γραμμές, το κάνει. Δεν είναι τόσο συγκινητική όσο θα ήθελε, ούτε τόσο αγωνιώδης, ούτε τόσο απρόβλεπτη και ανατρεπτική. Περνάει, ωστόσο, όλα τα λανθάνοντα μηνύματα που προαναφέρθηκαν και, παρότι δεν εντυπωσιάζει ούτε σε καθηλώνει, βλέπεται ευχάριστα. Έχει έξυπνη πλοκή, σενάριο χωρίς εμφανή ψεγάδια, καλή σκηνοθεσία κι έναν Κλιντ Ίστγουντ αγέραστο κι ακούραστο, τόσο μπροστά όσο και πίσω από τις κάμερες.
Θα ήταν αφελές και υπεραισιόδοξο να περιμένουμε από έναν 88χρονο δημιουργό να γυρίζει ταινίες ίδιας ποιότητας με τα μεγαλύτερα επιτεύγματα που μας χάρισε. Προφανώς το Βαποράκι δεν είναι ούτε ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος, ούτε Ασυγχώρητοι, ούτε Σκοτεινό Ποτάμι. Ούτε καν Sully (η αμέσως προηγούμενη ταινία του, την οποία θεωρώ εξαιρετική και υποτιμημένη). Είναι όμως μια καλή ταινία, η οποία διαθέτει ό,τι χρειάζεται για να τη δεις και να σου αρέσει. Κι αυτό μετράει.
Βαθμολογία: 7/10