Είχα σκοπό να σας μιλήσω γι’ αυτό το θέμα καιρό τώρα κι όλο το ανέβαλα. Ίσως να μην είμαι σίγουρη ακόμη τι ακριβώς θέλω να σας πω, αλλά θα προσπαθήσω.
Η οικονομική κρίση, η πορεία της χώρας, το αμφίβολο μέλλον μας τροφοδοτούν τις σκέψεις μας. Όταν έχεις να αντιμετωπίσεις ένα πρόβλημα το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να αρχίσεις να σκέφτεσαι αποτελεσματικές λύσεις. Κι έτσι δεν προκαλεί καμία έκπληξη το γεγονός πως η πρώτη επιλογή των νέων ανθρώπων είναι η εγκατάλειψη της χώρας και η εγκατάσταση στο εξωτερικό.
Στην Ελλάδα του 2015 θα ακούσεις περισσότερο από το 50% της νεολαίας να ονειρεύεται για μια ζωή εκτός της χώρας μας. Θα ακούσεις για μεταπτυχιακά στην Αμερική, για δουλειές στην Αυστραλία. Θα ακούσεις για σωρεία αιτήσεων σε προγράμματα Erasmus και θα δεις τα φροντιστήρια ξένων γλωσσών να πλουτίζουν περισσότερο από οτιδήποτε στη χώρα. Οι γονείς παρακινούν τα παιδιά τους να αναζητήσουν το μέλλον τους σε μια άλλη χώρα της Ευρώπης. Επενδύουν όλα τους τα χρήματα σε ένα αλλοδαπό μέλλον. Χτίζουν τις ζωές τους σε αγγλόφωνα θεμέλια.
Ποτέ δεν είδα τόση αποστροφή από την Ελλάδα. Φτάσαμε σε σημείο οι ίδιοι οι Έλληνες να μισούμε τη χώρα μας, να ντρεπόμαστε για την ελληνική μας ταυτότητα και να προσπαθούμε να απαλλαγούμε από τη ρετσινιά που μας χάρισε η ιθαγένεια και η εθνικότητα μας. Είναι πραγματικά θλιβερό.
Θυμάμαι που είχα πρόσφατα την ίδια συζήτηση με τη παρέα μου από τη σχολή. Τότε τους είπα πως άμα είσαι μια φορά Έλληνας, όπου και να πας πάντα Έλληνας θα είσαι. Γιατί κάθε λαός έχει τις ιδιαιτερότητες του, τα γνωρίσματα του, τη νοοτροπία του. Έχει τις συνήθειες του, την ταυτότητα που τον ξεχωρίζει από τους άλλους. Κι όσοι έζησαν στην Ελλάδα, ξέρουν. Όσοι είναι γέννημα θρέμμα Έλληνες, κυλάει στις φλέβες τους αυτή η ρετσινιά που τόσο θέλουν να αποβάλλουν φεύγοντας. Θέλουν να είναι πιο πολύ Ευρωπαίοι πάρα Έλληνες. Θέλουν να στέκονται στους δρόμους μιας άλλης χώρας και να κοιτάζουν πίσω μόνο για να δουν πόσα γλίτωσαν κι όχι πόσα τους έχουν λείψει.
Ξέρω ανθρώπους που έφυγαν στο εξωτερικό για μια καλύτερη τύχη. Ξέρω πως πολλοί από αυτούς έφτιαξαν περιουσίες, δούλεψαν σκληρά, σπούδασαν κι έγιναν επιστήμονες. Ξέρω όμως και πως τους έτρωγε καθημερινά το ίδιο μαράζι, αυτή η νοσταλγία για τη χώρα τους, η πίκρα για τη κατάντια της.
Στη καρδιά μας όλοι θα βρίσκουμε πάντοτε τους ιδιαίτερους δεσμούς μας με τη πατρίδα. Κι όσοι θα φεύγουμε, θα αφήνουμε ένα κομμάτι πίσω. Θα μοιραζόμαστε στα δύο. Θα προσπαθούμε να ταιριάξουμε με τους ξένους, να προσαρμόσουμε τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς μας στο δικό τους. Θα προσπαθούμε να ξεχάσουμε τα ελληνικά μας βιώματα και να επιβιώσουμε σε ένα κόσμο που δεν θυμίζει σε τίποτα όσα γνωρίσαμε μέχρι τώρα. Και δεν θα είμαστε απόλυτα ευτυχισμένοι όση επιτυχία και καταξίωση κι αν βιώσουμε. Θα λείπει πάντοτε κάτι.
Η ζωή των Ελλήνων στο εξωτερικό δεν είναι τόσο εύκολη όσο νομίζουμε πως είναι. Και δεν είναι τυχαίο πως σε όποια χώρα κι αν πας τους βλέπεις όλους μαζεμένους σε παρέες και συλλόγους να παλεύουν να διατηρήσουν ότι τους δίδαξαν οι γονείς και οι παππούδες τους. Να αγαπάνε το ελαιόλαδο στη φέτα, το σουβλάκι και το μπλε της θάλασσας. Να τεμπελιάζουν με ένα ποτηράκι ρακί και έναν ελληνικό καφέ. Να μιλάνε δυνατά, να χαιρετάνε τον κόσμο εγκάρδια, να κερνάνε τους συναδέλφους στη δουλεία ταψιά με σπιτικές τυρόπιτες.
Δεν σας προτρέπω να μείνετε στην χώρα μας αν θεωρείται ότι δεν έχει τίποτα να σας προσφέρει. Σας προειδοποιώ πως θα τη νοσταλγήσετε. Κι αν λέτε ότι θα ρίξετε μαύρη πέτρα και θα ξεχάσετε από πού κατάγεστε, κάνετε λάθος. Γιατί η Ελλάδα δεν είναι μόνο ένα κομμάτι γης που πατάμε επάνω του. Είναι κομμάτι του εαυτού μας, υπάρχει μέσα μας, ζει στις ψυχές μας.
Μου έκανε εντύπωση πως παιδιά Ελλήνων που έχουν γεννηθεί και έχουν ζήσει όλη τους τη ζωή στο εξωτερικό, διατηρούν δεσμούς με μια χώρα που δεν την έχουν γνωρίσει στην ουσία της. Μου κάνει εντύπωση πως δεν ξεχνούν να αναφέρουν πως είναι και Έλληνες κάθε που τους ρωτάνε από πού είναι. Και νιώθουν τη χώρα μας, σπίτι τους κι ας μην κατοικούν σε αυτήν.
Παρά τα προβλήματα και τη κρίση είναι σημαντικό να μην αποποιούμαστε την ελληνικότητα μας. Κι απέναντι σε όλους αυτούς που κρίνουν τη χώρα μας αυστηρά, να σηκώνουμε το κεφάλι και να νιώθουμε περήφανοι για τη καταγωγή μας. Κι όταν βρεθούμε με ξένη διεύθυνση στη πόρτα του σπιτιού μας, να μην λησμονήσουμε ποτέ πόσο ανεκτίμητη είναι η αξία της χώρας μας για εμάς. Εν τέλει κανείς δεν θα μας αγκαλιάσει πιο πολλοί, κανείς δεν θα μας καταλάβει περισσότερο από τα αδέλφια μας από τη ίδια πατρίδα.