The Hateful Eight (2015) – 167 λεπτά
Σενάριο – Σκηνοθεσία: Quentin Tarantino
Πρωταγωνιστούν: Samuel L. Jackson, Kurt Russell, Jennifer Jason Leigh
Η όγδοη ταινία του ανεπανάληπτου Κουέντιν Ταραντίνο κυκλοφορεί στους κινηματογράφους υποσχόμενη όσα και οι προηγούμενες: πολλή βία, δράση, έξυπνους «δηλητηριώδεις» διαλόγους, μοναδικούς χαρακτήρες και συναρπαστικές ανατροπές. Και δε μας απογοήτευσε.
Μετά τον Django, που διαδραματιζόταν στον προ-εμφυλιακό αμερικανικό νότο, ο Ταραντίνο μεταφέρει το σκηνικό λίγο αργότερα χρονικά: 15-20 χρόνια μετά τον αμερικανικό εμφύλιο του 1861-65, η κληρονομιά του οποίου έχει εξέχοντα ρόλο στην ιστορία μας, στο χιονισμένο Γουαϊόμινγκ.
Εκεί συναντάμε οκτώ ύποπτους τύπους, που βρίσκονται εγκλωβισμένοι σ΄ ένα πανδοχείο λόγω χιονοθύελλας και έφτασαν εκεί με δύο διαφορετικές άμαξες. Στη μία, επιβάτες είναι ένας διαβόητος κυνηγός επικηρυγμένων (Kurt Russell), μια εξίσου διαβόητη κακοποιός την οποία μεταφέρει στο Ρεντ Ροκ για να κρεμαστεί (Jennifer Jason Leigh), ένας άλλος, έγχρωμος, κυνηγός επικηρυγμένων με αμφιλεγόμενη θητεία στον Εμφύλιο (Samuel L. Jackson), καθώς κι ένας μάλλον αφελής και ρατσιστής τύπος που ισχυρίζεται πως είναι ο νέος σερίφης της πόλης (Walton Goggins). Στο πανδοχείο θα συναντήσουν άλλους τέσσερις μυστηριώδεις ανθρώπους. Συγκεκριμένα, έναν ευγενικό Βρετανό δήμιο (Tim Roth), έναν λιγομίλητο καουμπόι (Michael Madsen), τον Μεξικανό προσωρινό διαχειριστή του πανδοχείου (Demian Bichir) και έναν ηλικιωμένο πρώην στρατηγό των Νοτίων (Bruce Dern). Αυτοί είναι οι «Μισητοί Οχτώ», και με το που μαζεύονται όλοι αρχίζουν να δρομολογούνται οι εξελίξεις, καθώς και οι σκηνοθετικές και σεναριακές εμπνεύσεις του Ταραντίνο.
Από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα του 53χρονου δημιουργού (Pulp Fiction, Kill Bill), μάθαμε ότι κύριο «όπλο» του είναι το σενάριο. Το ίδιο συμβαίνει κι εδώ. Το κουβάρι της ιστορίας ξετυλίγεται αργά και βασανιστικά, με κάποιες βίαιες σκηνές ανατροπών και εξελίξεων εν μέσω αργών αλλά πανέξυπνων διαλόγων, και ο θεατής αισθάνεται πως συμμετέχει σ΄ ένα «παιχνίδι μυστηρίου». Αυτό είναι και το μεγάλο ατού της ταινίας, η μυστηριώδης, ομιχλώδης ατμόσφαιρα που θυμίζει μυθιστορήματα της Άγκαθα Κρίστι, με τους χαρακτήρες και τα κίνητρά τους να αποκαλύπτονται βήμα βήμα. Τα χρονικά άλματα στα οποία μας έχει συνηθίσει ο Ταραντίνο εμφανίζονται και πάλι, εξυπηρετώντας απόλυτα το σχέδιο αυτής της σταδιακής αποκάλυψης των όσων συμβαίνουν.
Στο κλίμα αυτό, η λιτή, κλειστοφοβική σκηνοθεσία του Ταραντίνο δημιουργεί την απαραίτητη ρετρό ατμόσφαιρα παραπέμποντας σε γουέστερν παλαιότερης εποχής, κάτι στο οποίο συμβάλλει και η έξοχη, βραβευμένη με Χρυσή Σφαίρα μουσική του Ennio Morricone, του ανθρώπου που έμεινε στην ιστορία επενδύοντας μουσικά τα πιο διάσημα σπαγγέτι γουέστερν της δεκαετίας του 1960. Οι ερμηνείες είναι κι αυτές στο ίδιο κλίμα, κανείς δεν εντυπωσιάζει ιδιαίτερα (αν και οι Jackson, Russell και Leigh χαρίζουν ορισμένες μοναδικές στιγμές), αλλά όλοι οι συμμετέχοντες είναι πλήρως εμποτισμένοι από τη φιλοσοφία του έργου και του δημιουργού του, δημιουργώντας έτσι ένα σφιχτοδεμένο και ικανοποιητικό σύνολο.
Στα λίγα μειονεκτήματα της ταινίας η μεγάλη διάρκεια (αν και δεν κουράζει ιδιαίτερα), κάποιες ελαφρώς ανατριχιαστικές σκηνές που θα μπορούσαν να είναι πιο καλαίσθητες, καθώς ίσως και η έλλειψη κάποιου συμπαθητικού χαρακτήρα με τον οποίο θα μπορούσες να ταυτιστείς (όπως η «Νύφη» στο Kill Bill ή ο Django στο ομώνυμο φιλμ).
Κατά τ΄ άλλα η ταινία είναι κλασικός Ταραντίνο, με όλα τα στοιχεία που έκαναν πολλούς να τον λατρεύουν και άλλους να λατρεύουν… να τον μισούν. Αν είστε φαν αυτού του μεγάλου δημιουργού ή/και παρόμοιων ταινιών, σπεύσατε τάχιστα στο κοντινότερο σινεμά και δε θα απογοητευτείτε…
Βαθμολογία: 8,5/10