Κτηνοτρόφοι και αγρότες κατά το δέκατο ένατο και στις αρχές του εικοστού αιώνα, καθοδηγούμενοι από τον ενθουσιασμό της αμερικανικής γεωργικής φρενίτιδας, της επέκτασης προς τα Δυτικά και την αίσθηση της ανθρώπινης κυριαρχίας επί της φύσης, αξιοποίησαν επιπόλαια τη γη, δημιουργώντας τις συνθήκες για μια πρωτοφανή, εκτεταμένη οικολογική καταστροφή. Οι πρώτοι έποικοι χρησιμοποίησαν τη γη για βοσκή ζώων και για εκτατική κτηνοτροφία, μέχρι τουλάχιστον την εποχή της γεωργικής μηχανοποίησης, η οποία σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές των σιτηρών κατά τη διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου, δελέασε χιλιάδες αγρότες να σπείρουν σιτάρι, εκεί που άλλοτε υπήρχε καταπράσινο γρασίδι κατάλληλο για βοσκή.
Η ιστορία μιας οικολογικής καταστροφής
Το απέραντο γεωγραφικό σύνολο του βόρειου τμήματος της Βόρειας Αμερικής, βρίσκει στο κέντρο του, στο έδαφος των Ηνωμένων Πολιτειών, την περιοχή των Μεγάλων Πεδιάδων. Η Μεγάλη Πεδιάδα καταλαμβάνει τη περιοχή, που εκτείνεται από τα Απαλάχια Όρη, στα ανατολικά, μέχρι τους πρόποδες των Βραχωδών Ορέων, στα δυτικά, και από τα καναδικά σύνορα μέχρι τον Κόλπο του Μεξικού. Ο μεγάλος ποταμός Μισισιπής με τους παραποτάμους του Μισούρι, Οχάιο και Αρκάνσας και αναρίθμητους άλλους μικρότερους αρδεύουν όλη τη Μεγάλη Πεδιάδα. Για τους παραπάνω λόγους, η Μεγάλη Πεδιάδα περιελάμβανε, ακόμα και πριν την άφιξη των πρώτων Ευρωπαίων, εκτενείς βοσκότοπους ικανούς για την εκτροφή μεγάλου αριθμού βοοειδών, προβάτων και αργότερα ίππων. Οι άδενδρες πεδιάδες έγιναν το νέο σπίτι για χιλιάδες εποίκους, όταν το 1862, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών αποφάσισε να εκχωρήσει τη γη σε ακτήμονες κτηνοτρόφους.
Πενήντα σχεδόν χρόνια αργότερα από την πρώτη μαζική εγκατάσταση κτηνοτρόφων, οι συνδυασμένες επιδράσεις της Ρωσικής Επανάστασης, η οποία μείωσε δραματικά την παγκόσμια προσφορά σιταριού (εφόσον η ρωσική ενδοχώρα κατείχε από τον 18ο αιώνα τα ηνία στη παραγωγή σιτηρών, όντας ο μεγαλύτερος σιτοβολώνας του κόσμου) και η αυξημένη ανάγκη παραγωγής σιτηρών εξαιτίας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ανέβασαν τις τιμές των τελευταίων σε δυσθεώρητα επίπεδα.
Η απουσία σημαντικών ανταγωνιστικών, ξένων αγορών σιτηρών και οι υψηλές τιμές του, σήμαναν μια ασυνήθιστα τυχερή συγκυρία για τους κτηνοτρόφους της Μεγάλης Πεδιάδας. Σύντομα εκεί που παλιότερα κυριαρχούσαν τα απέραντα βοσκοτόπια, υπήρχαν σιτοβολώνες. Μεγάλες χορτολιβαδικές εκτάσεις καταστράφηκαν και σταδιακά τη θέση των λιβαδιών κατέλαβαν τεράστιες εκτάσεις σπαρμένου χώματος.
Η δεκαετία του 1930, εξαιρουμένης της Μεγάλης Ύφεσης της προηγούμενης χρονιάς, εισήλθε για τους γεωργούς της Μεγάλης Πεδιάδας με τους καλύτερους οιωνούς, με απαράμιλλη ευημερία και ανάπτυξη για όσους αποφάσισαν προηγουμένως να μετατρέψουν τα βοσκοτόπια τους σε σιτοβολώνες. Η περιοχή της Οκλαχόμα θεωρήθηκε ως η πιο ευημερούσα περιοχή καταμεσής της οικονομικής δυσπραγίας της εποχής. Η επένδυση στις καλλιέργειες σιτηρών, ως απόρροια των συνθηκών στην αγορά τους όπως αυτές διαμορφώθηκαν από τον Μεγάλο Πόλεμο, φαινόταν ως μια από τις αποδοτικότερες επενδύσεις· πέρα ίσως από κάθε αρχική προσδοκία. Η βίαιη, σύντομη αλλαγή του φυσικού τοπίου όμως, σήμαινε ότι η φύση επιφύλασσε τη δική της σκληρή απάντηση.
Ξηρασία και ανεμοθύελλες
Η γη απογυμνώθηκε και μέχρι το τις αρχές της δεκαετίας του 1930 τα πρώτα σοβαρά περιβαλλοντολογικά προβλήματα έκαναν την εμφάνιση τους. To Μάιο του 1934, μια γιγαντιαία θύελλα σκόνης σηκώθηκε στην Μεγάλη Πεδιάδα. Άλλες δεκάδες τέτοιες είχαν εμφανιστεί από το 1931. Αυτή όμως ήταν διαφορετική. Ένας απειλητικός, εναέριος τείχος από χώμα και σκόνη άρχισε τη πορεία του ανατολικά, διαμέσου της σπαρμένης γης, αποκτώντας περισσότερη ορμή με κάθε επιπλέον χιλιόμετρο.
https://youtu.be/MYOmjQO_UMw
Τα ασφυκτικά σύννεφα κατέστησαν άγονα ολόκληρα εκτάρια καλλιεργημένης γης.
Η οικολογική καταστροφή άρχισε το 1931, όταν η βροχόπτωση της χρονιάς εκείνης ήταν σε μερικές περιπτώσεις ελάχιστη είτε εντελώς ανύπαρκτη, σηματοδοτόντας μια περίοδο ξηρασίας, την οποία κανείς προηγουμένως δεν είχε προβλέψει, αλλά ούτε ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει. Όμως αυτή η ξηρασία, ήταν διαφορετική από κάθε προηγούμενη. Το γηγενές γρασίδι που κατακρατούσε το χώμα για χιλιάδες χρόνια είχε πλέον οριστικά εξαφανιστεί, από ανθρώπινο χέρι. Το χώμα έμεινε εκτεθειμένο στη ζέστη και στον άνεμο. Όταν άρχισε ο τελευταίος να φυσά, το έδαφος άρχισε να διαβρώνεται και τότε σχηματίστηκαν στον αέρα πυκνά σύννεφα σκόνης και χώματος. Με το φύσημα των ανέμων τα σύννεφα σκόνης και χώματος άρχισαν να καταλαμβάνουν και να βυθίζουν κάτω από τόνους σκόνης οικισμούς, χωριά και πόλεις.
Οι θύελλες χώματος κάλυψαν την Οκλαχόμα, το Κάνσας, το βόρειο Τέξας, το ανατολικό Κολοράντο και το Νέο Μεξικό. Στις περιοχές που επλήγησαν περισσότερο, όχι μόνο η γεωργία αλλά και οποιαδήποτε άλλη εξωτερική δραστηριότητα έπαψε να υφίσταται. Με τις διαδοχικές καταιγίδες χώματος, τα στάχυα κόπηκαν στο επίπεδο του εδάφους ή ξεριζώθηκαν ολοκληρωτικά. Χωράφια θάφτηκαν κάτω από την άμμο. Πολλά οικόσιτα δεν κατάφεραν να επιβιώσουν επίσης λόγω της έλλειψης τροφής. Η σκόνη και το χώμα λυσσομανούσαν και εναντίον των κτηρίων καλύπτοντας τους φράχτες ή σε μερικές περιπτώσεις ολόκληρη τη πλευρά του κτηρίου που στέκονταν αντίθετα στο φύσημα του ανέμου. Η σκόνη κατάφερνε να διεισδύσει και στους κινητήρες των αυτοκινήτων, φράζοντας τα ζωτικά τους μέρη και αχρηστεύοντας τους. Στα σπίτια οι άνθρωποι αγωνιζόντουσαν μάταια να κρατήσουν τη σκόνη έξω, αλλά αυτή μπορούσε να διαρρεύσει εύκολα μέσα από τις ρωγμές και τις χαραμάδες. Υγρές πετσέτες και λαδωμένα πανιά επιστρατεύτηκαν για αυτό το σκοπό.
Η πρωτοφανής αυτή καταστροφή έμεινε γνωστή ως Dust Bowl και σημάδεψε βαθιά τη κουλτούρα, ιδιαίτερα τη αμερικάνικη, την ύστερη εποχή του Μεσοπολέμου. Η καταστροφή των σπαρτών σήμαινε επίσης την οικονομική καταστροφή για χιλιάδες οικογένειες αγροτών που εξαρτιόντουσαν αποκλειστικά από τη σοδειά τους για το βιοπορισμό τους. Το αφιλόξενο κλίμα και η προοπτική απόλυτης φτώχειας για αυτές τις οικογένειες οδήγησε τα μέλη τους στην απόφαση να πάρουν το δρόμο της ξενιτιάς, εγκαταλείποντας τις εστίες τους, κυρίως με την υπόσχεση εργασίας δυτικότερα στους οπωρώνες της Καλιφόρνια. Το Dust Bowl και η περιβαλλοντολογική μετανάστευση που αυτό προκάλεσε ενέπνευσε αργότερα το συγγραφέα John Steinbeck για το βραβευμένο μυθιστόρημα του ”Τα σταφύλια της οργής”. Η αποκατάσταση θα λάβει χώρα τα χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν πάρθηκε η απόφαση για οριστική επαναφορά του αυτόχθονου ενδιαιτήματος, δηλαδή του γρασιδιού βοσκής και η εγκατάλειψη προσπάθειας για επανακαλλιέργεια της γης.
Πηγές:
- http://www.history.com/topics/
- http://www.english.illinois.edu/
- http://www.trinity.edu/
- http://www.loc.gov/
- http://www.americaslibrary.gov/