Η Πιερία είναι η κοιτίδα του πολιτισμού και συνθέτει ένα πολυπολιτισμικό παζλ και δημιουργεί μια πολύχρωμη σελίδα. Είναι γραμμένες και μαύρες σελίδες στην Ιστορία της, αλλά και γενικότερα στον Ελληνισμό μας.
Ο όρος «γενοκτονία» (genocide) δεν υπήρχε στην Αγγλική γλώσσα πριν το 1944. Πρόκειται για λέξη με πολύ συγκεκριμένο νόημα η οποία αναφέρεται στα βίαια εγκλήματα που διαπράττονται εις βάρος μιας ομάδας με στόχο το φυσικό αφανισμό της. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτά ορίστηκαν στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου των Ηνωμένων Εθνών το 1948, αφορούν τα ατομικά δικαιώματα.
Το 1944 ένας Πολωνοεβραίος δικηγόρος ονόματι Ράφαελ Λέμκιν προσπάθησε να αποδώσει εννοιολογικά την ιστορική μοναδικότητα της ναζιστικής πολιτικής των συστηματικών δολοφονιών, συμπεριλαμβανομένου και του αφανισμού των Εβραίων της Ευρώπης. Σχημάτισε τη λέξη «genocide» συνδυάζοντας τα συνθετικά geno-, από την ελληνική λέξη «γένος», και -cide, από τη λατινική λέξη για τη δολοφονία. Για να καταλήξει στη διατύπωση αυτού του νέου όρου, ο Λέμκιν εξήγησε τον όρο «ενός συντονισμένου σχεδίου το οποίο βασίζεται σε μια σειρά από συγκεκριμένες ενέργειες, οργανωμένου χαρακτήρα, και αποβλέπει στην καταστροφή των βασικών θεμελίων της ζωής εθνικών ομάδων, με απώτερο στόχο τη βιολογική εξάλειψή τους.»
Ένα μνημείο που μας θυμίζει την βαθιά έννοια της Γενοκτονίας είναι το Μνημείο Γενοκτονίας των Ποντίων του Ελληνισμού στην Κατερίνη στην πλατεία Γενοκτονίας. Ο πολιτιστικός σύλλογος Ένωσης Ποντίων με συνοδοιπόρους όλους τους ποντιακούς συλλόγους το έτος 1998 ζήτησαν να μετονομαστεί σε πλατεία Γενοκτονίας. Στο κέντρο αντικρίζουμε ένα Πόντιο Ακρίτα, ο οποίος είναι ευθυτενής, αρματωμένος και κοιτάζει περήφανα θαρρούμε προς τον Θεό.
Το μνημείο πλαισιώνεται με μαρμάρινες πλάκες , όπου υπάρχουν χαραγμένες παραστάσεις που αποτυπώνουν το δράμα των ανθρώπων που εκδιώχθηκαν από τις πατρογονικές εστίες τους και την αγωνία των μικρών παιδιών. Επίσης είναι χαραγμένα σπουδαία λόγια, όπως του κ. Λυγερού.
Δίπλα από το μνημείο βρίσκεται μια εξίσου σπουδαία παρακαταθήκη και δεν είναι άλλη από την προτομή της εξέχουσας μορφής Ποντιακού Ελληνισμού Ελευθέριου Ελευθεριάδη. Σύμφωνα με την κόρη του Σημέλα όσοι τον γνώρισαν, τηρούν άσβεστο το κερί της θύμησής του αναγνωρίζοντας τον άοκνο αγώνα του στον πολιτικό του βίο, για την ευημερία όλων αδιακρίτως, μένοντας ασυμβίβαστος υπερασπιστής των πανανθρώπινων αξιών, μαχητής της δημοκρατίας. Υπήρξε, όμως, και θεματοφύλακας της ιστορίας και των παραδόσεων του ποντιακού ελληνισμού, συναισθανόμενος βαρύ το χρέος της προάσπισης και της συνέχειάς του, παραμένοντας αθεράπευτος νοσταλγός της γενέτειρας πατρίδας του. Οι μνήμες των παιδικών του χρόνων, παρέμεναν πάντα ολοζώντανες αφήνοντας ανεπούλωτες τις πληγές της ψυχής του[…]».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η στάση του σε όλη την πορεία της ζωής του, θυμίζει τη ρήση του Ν. Καζαντζάκη: «Το πρώτο σου χρέος, εκτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει». Το μόνο που έμενε στο τέλος, το μόνο που προσδοκούσε, ήταν η Παναγία Σουμελά που τόσο την υπηρέτησε, να ικανοποιήσει την επιθυμία του να επιστρέψει στη μήτρα που τον γέννησε. Και πραγματικά νιώθω ευτυχής και παρηγορημένη που η ευχή του εισακούστηκε. Και κλείνοντας τα μάτια μου ώστε να διευκολυνθώ στην αναπαράσταση των όσων μου εξιστορεί μέσα από τα γραπτά του, στο τέλος, φτιάχνω μια εικόνα που μου αρέσει να πιστεύω ότι έτσι πράγματι θα έγινε, όταν έπεσε η αυλαία της ζωής του: εκείνον, όπως τον θυμάμαι, αλλά ανάλαφρο από το ταλαίπωρο κορμί των 78 χρόνων του, να τρέχει να συναπαντήσει στα αγαπημένα του παρχάρια ένα εντεκάχρονο παιδί χαμογελαστό που ακούει στο όνομα Λευτέρης που τον πιάνει από το χέρι και τον πηγαίνει στο σπίτι του για να σμίξει με τον πατέρα του Στάθη τη μητέρα του Σημέλα τη γιαγιά του Κερεκή και τα αδέλφια του, τον Γιάννη, τη Μαρία, τον Μωυσή και τον Κωστάκη. Κι εμείς εδώ κάθε χρόνο προσκυνούμε τον τάφο του, στην Παναγία Σουμελά Βερμίου, η σύζυγός του Ευωδία, τα παιδιά του Σημέλα, Μαρία και Κερεκή, τα εγγόνια του Σοφία και Λευτέρης. Έτσι, μοιρασμένος πάντα, ανάμεσα σε δύο πατρίδες, αυτήν που τον γέννησε κι αυτήν όπου ανδρώθηκε.
Αυτό είναι οι Πόντιοι, χείμαρροι Ιστορίας , που συνεχώς ανακαλύπτουμε.