Από αρχαιοτάτων χρόνων οι άνθρωποι θεωρούσαμε τους εαυτούς μας ως την σημαντικότερη μορφή ζωής στον κόσμο. Διαφορετικοί σε είδος, διαφορετικοί σε ικανότητες, έλλογα όντα έναντι των ζώων, ανώτεροι καταλαμβάνοντας ξεχωριστή θέση στην δημιουργία του κόσμου. Δεν είναι λίγοι οι επιστήμονες, οι φιλόσοφοι που τεκνοθετούν και εξακολουθούν να ενστερνίζονται την ανωτέρω θέση. Είμαστε, δηλαδή, οντότητες που μπορούμε να επιλέξουμε μεταξύ της αγαθής προσέγγισης και της βλαβερής δράσης, να διακρίνουμε το καλό από το κακό, να στοχεύουμε στην κοινωνική ευημερία και στην εναρμόνιση του κοινωνικού βίου, να αποτρέπουμε την αδικία και τις εγκληματικές ενέργειες και «να χρησιμοποιούμε την ανθρωπότητα πάντα ως σκοπό και όχι μόνο ως μέσο». Τι συμβαίνει όμως με τους μη νομοταγείς στα «βαρύτερα» εγκλήματα; Ποια ποινή αρμόζει σε αυτούς; Ποιος ο ρόλος της ηθικής;
Ο Ιμμάνουελ Κάντ, ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους – στοχαστές όλων των εποχών πίστευε στην εγγενή αξία του ανθρώπου αλλά και στην ανταπόδοση ως βέλτιστη θεωρία ποινής. Τι εννοούμε, όμως, με τα προαναφερθέντα;
Αρχικά, για τον Κάντ ο άνθρωπος κατείχε πολύ ξεχωριστή θέση, δηλαδή, είναι ένα ον που αν πεθάνει δεν μπορεί να αντικατασταθεί όπως ένα αντικείμενο και έχει αξιοπρέπεια που επίσης δεν έχει ένα αντικείμενο. Οι επιθυμίες του διέπονται από αξίες και μόνο όσα αντικείμενα πραγματοποιούν τις επιθυμίες του και τους σκοπούς του έχουν και αυτά αξία. Υποστήριζε ακόμη ότι ως «έλλογοι δρώντες» είμαστε ικανοί να λαμβάνουμε αποφάσεις, να καθοδηγούμε τις ζωές μας δια τον λόγο και να πράττουμε με «βάση την αγαθή βούληση». Εάν δεν υπήρχαμε, δεν θα υπήρχε με την σειρά της και η ηθική διάσταση του κόσμου. Τέλος είχε την πεποίθηση ότι σε μια συγκεκριμένη αρχή θα έπρεπε να συμβαδίζουν τα καθήκοντά μας, στην κατηγορική προσταγή, δηλαδή να πράττουμε έτσι ώστε να «να χρησιμοποιούμε την ανθρωπότητα πάντα ως σκοπό και όχι μόνο ως μέσο».
Από την άλλη, πως θα έπρεπε να αντιμετωπίζουμε τους εγκληματίες; Σύμφωνα με την Καντιανή ανταποδοτική θεωρία της ποινής (οφθαλμός αντί οφθαλμού), σίγουρα όχι ωφελιμιστικά. Η ωφελιμιστική θεωρία, για τον Κάντ, δεν συνυπάρχει με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, διότι αρχικά θεωρεί ότι οι άνθρωποι χρησιμοποιούνται μόνο σαν μέσα και όχι σαν σκοπό. Εάν φυλακίσουμε κάποιον με απώτερο σκοπό την ευημερία της κοινωνίας, τότε συγχρόνως τον χρησιμοποιούμε και ως μέσο προς όφελος άλλων. Ακόμη ο ίδιος δεν υποστηρίζει τον σωφρονισμό (στους ψυχικά υγιείς), καθώς θεωρούσε ότι αφορά τρόπο χειραγώγησης προκειμένου να διαμορφώσουμε ανθρώπους στις δικές μας προτιμήσεις. Τασσόταν υπέρ της τιμωρίας ενός εγκληματία (να πληρώσει με το ίδιο νόμισμα την πράξη του), αλλά κατά της προσπάθειας να χειραγωγήσουμε την προσωπικότητά του με βάση το σωφρονιστικό σύστημα.
Η τιμωρία για τον ίδιο όφειλε να διέπεται από δύο αρχές. Σύμφωνα με την αρχή, ότι ο άνθρωπος θα έπρεπε να κατηγορείται και να τιμωρείται μόνο για την παρανομία που διέπραξε, καθώς για κανέναν άλλο λόγο και με βάση την βαρύτητα του εγκλήματός του (η δολοφονία θα οδηγεί σε θανατική ποινή). Παράδοξο και παράλογο αποτελεί το γεγονός του πως γίνεται να σεβόμαστε κάποιον, στερώντας του το δικαίωμα στην ζωή και φυλακίζοντάς τον; Οι άνθρωποι για τον Καντ είναι έλλογα και υπεύθυνα όντα για τις πράξεις τους, όποιες και αν είναι αυτές, επομένως και υπόλογα για την συμπεριφορά τους. Άρα έχοντας αυτά κατά νου, τους αντιμετωπίζουμε και ως «σκοπό» (όπως προαναφέραμε). Ως υπεύθυνο καταλογίζεται το άτομο που δεν είναι ψυχικά άρρωστο, διαθέτει αυτοέλεγχο και μπορεί να αποφασίσει ανεξάρτητα και ελεύθερα για τις εν δυνάμει πράξεις του. Όσοι λοιπόν εγκληματίες είναι υγιείς και χαρακτηρίζονται από αυτοέλεγχο έχοντας επιλέξει ελεύθερα να πράττουν το κακό, έτσι πρέπει να τους το «ανταποδίδουμε», σύμφωνα πάντα με τον Καντ. Δηλαδή αφού αυτό το «έλλογο όν» (εγκληματίας) επιθυμεί να ασκεί βλαβερές δράσεις με τον χειρότερο τρόπο, έτσι οφείλουμε και εμείς να αντιδρούμε πάνω του, διότι με αυτόν τον τρόπο μεταφράζουμε και την επιθυμία του να μεταχειρίζεται έτσι τους ανθρώπους.
Στον συλλογισμό του Καντ έχουμε την δυνατότητα να διακρίνουμε πολλά στοιχεία τα οποία δεν συμβαδίζουν με τις φιλελεύθερες δημοκρατικές κοινωνίες, καθώς και με τις ελευθερίες και τα δικαιώματα όλων μας. Προβάλλει και ίσως συστήνει μια σκληρή αντιμετώπιση σε ανθρώπους που έσφαλαν, ακόμα και με τον χειρότερο τρόπο. Γιατί να τεκνοθετήσουμε την αρχή της δράσης του εγκληματία και δεν συμβαδίζουμε με τις δικές μας αρχές; Γιατί να μην είμαστε καλύτεροι από τέτοιου είδους πράξεις και τέτοιου είδους άτομα; Γιατί να μετατρεπόμαστε σε εγκληματίες «πληρώνοντας κάποιον με το ίδιο νόμισμα»; Γιατί να ενστερνιζόμαστε την θανατική ποινή σε θεωρία και πράξη, εκδηλώνοντας έτσι την πρωτόγονη, φρικαλέα φύση μας; Γιατί να αναπαραγάγουμε την βία; Γιατί να πυροδοτούμε την εκδίκηση και την αντιδικία; Γιατί να εξαντλούνται οι δημοκρατικές μας ανοχές και αξίες, διδάσκοντας έτσι το έγκλημα; Γιατί η κοινωνία να εξισώνεται με τα κριτήρια ενός εγκληματία; Γιατί να δηλώνουμε υπέρμαχοι των δικαιωμάτων και συγχρόνως εν δυνάμει δολοφόνοι; Ακατάπαυστα γιατί, που ερμηνεύονται από την οπτική μας σε παραβατικές συμπεριφορές.
One Comment
Θεοδώρα Γιωτοπούλου
Με αυτο το άρθρο μπαίνουμε σε σκέψεις πως πραγματικά θα θέλαμε να αντιμετωπίσουμε ό,τι κακώς κείμενο έχει οι κοινωνία μας, η ανθρωπότητα ολόκληρη και πως έμεις θα γινουμε καλύτεροι ή θα μείνουμε στάσιμοι σε κοντόφθαλμες οπτικές.