Στο προηγούμενο άρθρο παρουσιάστηκε εν συντομία ο τρόπος με τον οποίο το όνειρο εμφανίζεται στην λογοτεχνία καθώς επίσης και η σχέση μεταξύ αυτών των δύο. Ήταν η κατάλληλη εισαγωγή για το θέμα του σημερινού άρθρου, το οποίο είναι η εξέλιξη του ονείρου στην νεοελληνική ποίηση. Σε γενικές γραμμές η λειτουργία του ονείρου στην λογοτεχνία χωρίζεται χρονικά σε δυο στάδια. Το πρώτο διαρκεί μέχρι τον 18ο αιώνα και το δεύτερο φθάνει μέχρι τις μέρες μας, με σημεία σταθμούς τον Σολωμό, τον Καρυωτάκη και τον Εγγονόπουλο.
Το όνειρο στην ποίηση του Σολωμού.
Το όνειρο στην λογοτεχνία, αρχικά, διέθετε έναν ξεκάθαρο συμβατικό χαρακτήρα που δεν θύμιζε καθόλου τα όνειρα του ύπνου. Αποτελούσε, απλώς, ένα εργαλείο στα χέρια του εκάστοτε λογοτέχνη. Η παρέμβαση του ρεύματος του ρομαντισμού ήταν αυτό που χάρισε νέα πνοή στα χάρτινα όνειρα, ειδικά σε αυτά που κατατάσσονται μετά το 1950, ωστόσο, με πολύ διστακτικές κινήσεις προς τη νέα κατεύθυνση. Για παράδειγμα, σε ποιήματα του Σολωμού το όνειρο διαθέτει έναν συμβατικό χαρακτήρα, έχοντας τη μορφή του θέματος ή του μοτίβου αλλά ελάχιστες φορές ταυτίζεται με τη γραφή.
Τα όνειρα στην ποίηση του Καρυωτάκη.
Αργότερα, ο Καρυωτάκης χρησιμοποιούσε επίσης τα όνειρα στην ποίηση του με τη διαφορά ότι στην δική του περίπτωση το όνειρο παρουσίαζε εντονότερες κινήσεις προς το νέο λογοτεχνικό του χαρακτήρα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ποίημα του «Όνειρο» το οποίο χωρίζεται σε δυο ενότητες, με την πρώτη να διατηρεί τον παραδοσιακό χαρακτήρα του ονείρου και την δεύτερη να μπλέκει το όνειρο με την γραφή. Τέλος, το ρεύμα του Υπερρεαλισμού αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, την κατάληξη αυτή της εξέλιξης με το όνειρο να ταυτίζεται απόλυτα με τη γραφή και έτσι τα ποιήματα γίνονται και όνειρα.