Πόσες σκέψεις δε θα ‘χαμε γλιτώσει και πόσα επεισόδια, τραγικής συμπεριφοράς θα ‘χαν αποφευχθεί!
Πόσα όχι και πόσα γιατί θα ήταν στη θέση τους, σίγουρα και βέβαια πως δεν διακινδυνεύουν, απ’ την παραμικρή δική μας αμφιβολία, ακόμα και την ελαχιστότατη αμφισβήτησή μας απέναντί τους!
Πόσοι λεωφόροι του μίσους και του πάθους, θα ‘χανε χάσει το δρομολόγιά τους και θα ήταν σε θέση, η αγνή και καθαρή καρδιά των παιδικών μας χρόνων, να μη γνωρίσει τον πόνο και το δάκρυ, την ανέχεια και το φόβο, μα το κυριότερο, την αχαριστία και την παραμέληση!
Πόσα ματάκια θα ‘χαν λυτρωθεί και δε θα τριγύριζαν οι κόρες τους χαμένες σε εκείνο το χάος του οφθαλμολογικού τους τοπίου, να ψάχνουν, για να βρουν κάποια αλήθεια που θα ηρεμούσε και θα εξισορροπούσε τους χιτώνες, ώστε να αποφευχθούν οπτικές πιέσεις!
Πόσα κεφαλάκια, θα ‘μεναν ήσυχα και δε θα προέβαιναν σε στάσεις διαμαρτυρίας και ανέχειας της σκέψης και των αποφάσεών τους, ώστε να επιδοθούν σε διαβήματα έντονης αποκρουστικής κατά τ’ άλλα αγαπησιάρικης ως τότε ατμόσφαιράς τους!
Μα κι εδώ, όσο τα χέρια παραμένουν δεμένα και δεν είμαστε σε θέση να κινήσουμε τα δικά μας νήματα, ανεξαρτησίας και ανάληψης ευθυνών και καθηκόντων μας, άλλο τόσο αβέβαιο θα ναι το μέλλον μας και η συνεισφορά μας σ’ αυτό.