Ο Β παγκόσμιος πόλεμος αποτελεί ένα προσφιλές θέμα είτε του κινηματογράφου είτε της λογοτεχνίας κι αυτό είναι κάτι το κατανοητό, καθώς ο πόλεμος αυτός μέτρησε εκατομμύρια θανάτους και έφερε πολλές και σημαντικές ανακατατάξεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι μεταπολεμικοί Έλληνες λογοτέχνες ασχολήθηκαν αρκετά με τον πόλεμο και αφηγήθηκαν τα δεινά της Ελλάδας κατά τη διάρκειά του αλλά και τις συνέπειες που είχε στη χώρα, εννοώντας την περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου. Οι περισσότεροι από τους μεταπολεμικούς πολέμησαν, συμμετείχαν στα πολιτικά δρώμενα κι αρκετοί είχαν μία κομμουνιστική δράση. Ένας από αυτούς ήταν κι ο Στρατής Τσίρκας, ο οποίος μέσα από την τριλογία των Ακυβέρνητων πολιτειών θέλησε να παρουσιάσει τα γεγονότα του πολέμου στη Μέση Ανατολή. Εκεί έγκειται και μία από τις πολλές πρωτοτυπίες του έργου, καθώς αντί να παρουσιάσει τις δυσκολίες της Ελλάδας, επικεντρώνεται στις δυσκολίες των Ελλήνων που βρίσκονταν στην Ιερουσαλήμ, την Αλεξάνδρεια, το Κάιρο κτλ.
Η τριλογία του Τσίρκα, λοιπόν, αποτελείται από τρία βιβλία: τη Λέσχη, την Αριάγνη και τη Νυχτερίδα. Κάθε βιβλίο διαδραματίζεται σε μία διαφορετική πόλη της Μέσης Ανατολής. Τα πρόσωπα αλλάζουν σε κάθε βιβλίο, μένοντας κάποιοι βασικοί χαρακτήρες ένας από τους οποίους είναι ο Μάνος Σιμωνίδης. Πρόκειται για έναν αριστερό, ο οποίος έχει αποστασιοποιηθεί από το κόμμα, όντας αηδιασμένος από την κατάχρηση εξουσίας κάποιων στελεχών. Έπειτα όμως αντιλαμβάνεται τη σημασία που έχει η κομματική του δράση κι έτσι ξαναμπαίνει στα δρώμενα. Σ’ όλα τα βιβλία η δράση του Μάνου αποτελεί τον άξονα, γύρω από τον οποίο κινούνται τα πολιτικά και πολεμικά γεγονότα αλλά και οι έρωτες(πώς θα ήταν δυνατό να μην συνδεθεί ο έρωτας με τον πόλεμο!). Οκ, το θέμα δεν ακούγεται πολύ πρωτότυπο, όπως είπα όμως και παραπάνω το έργο αυτό έχει πολλά κλειδιά. Ένα από αυτά είναι κι η αφήγησή του, η οποία είναι ένα από τους λόγους που κρατάει το κείμενο ζωντανό. Επειδή είναι ο Μάνος πρωταγωνιστής σ’ αυτό το έργο δεν σημαίνει ότι είναι κι ο μόνος αφηγητής. Ο Τσίρκας βάζει στο ρόλο του αφηγητή και δευτερεύοντα πρόσωπα τα οποία μπορεί να είναι Άγγλοι που έχουν επαφές με την αγγλική αντικατασκοπεία είτε Γερμανοί και πάει λέγοντας. Έτσι ως αναγνώστες αντιλαμβανόμαστε τα δρώμενα μέσα από διαφορετικές σκοπιές.
Ο Τσίρκας καταφέρνει να μας αποσπάσει την προσοχή από τον Χίτλερ και να μας παρουσιάσει τον ρόλο των Άγγλων, τα πολιτικά παιχνίδια των Ελλήνων πολιτικών, τον ρόλο της Αριστεράς μέσα στη μάχη αλλά και στη διπλωματία. Παρότι ο συγγραφέας είναι στρατευμένος στην αριστερή ιδεολογία, δεν διστάζει να παρουσιάσει τα λάθη του κόμματος, δείχνοντας ότι στη διάρθρωσή του λειτουργεί σαν οποιοδήποτε άλλο κόμμα, χωρίς να υπάρχει ισοτιμία καθώς οι υψηλά ιστάμενοι βάζουν άλλους να τρέχουν για τις «βρώμικες δουλειές». Παρόλα αυτά η ιδεολογία είναι αυτή που έχει σημασία και για αυτή αγωνίζεται. Γενικά δημιουργεί πολλούς προβληματισμούς, όπως για παράδειγμα κατά πόσο οι Άγγλοι ήταν σύμμαχοί μας, κατά πόσο οι Έλληνες πολιτικοί «πολέμησαν» γι’ αυτή τη χώρα, κατά πόσο τα στελέχη του αριστερού κόμματος μόχθησαν;
Εν τέλει βλέπουμε τις ακυβέρνητες πολιτείες των Ιεροσολύμων, της Αλεξάνδρειας και του Καΐρου που στην πραγματικότητα όμως κυβερνώνται από τόσες χώρες, τόσους πολιτικούς, τόσες θρησκείες, μ’ αποτέλεσμα να έχουν γίνει έρμαιο των πολιτικών παιχνιδιών και να έχουν χάσει την αυθεντικότητάς τους. Εκεί θα δούμε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα τόσα βασανιστήρια της ελληνικής ταξιαρχίας (λες και κει δεν υπάρχει κάποιος για να λογοδοτήσουν οι Μεγάλες Δυνάμεις). Είναι αξιοθαύμαστο πως ο Τσίρκας κατάφερε να μας παρουσιάσει ένα σημαντικό κομμάτι του πολέμου, χωρίς να μας κουράσει κι αυτό γιατί μέσα στα γεγονότα, αφηγήθηκε ανθρώπινες ιστορίες, τον έρωτα, τον πόνο της μάνας, τη φιλία, θέματα τα οποία πάντα θα συγκινούν το αναγνωστικό κοινό.