Τον τελευταίο χρόνο η Ελλάδα έχει γίνει μάρτυρας και υποδοχέας ενός πρωτοφανούς κύματος προσφύγων στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η Ελλάδα καλείται σύμφωνα με τις τελευταίες εξελίξεις να σηκώσει όλο το βάρος των προσφυγικών ροών τη στιγμή που η υπόλοιπη Ευρώπη εθελοτυφλεί ή αρνείται την ουσιαστική παροχή βοήθειας τόσο προ τους πρόσφυγες όσο και προς την Ελλάδα. Η χώρα μας αποτελεί τα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνεπώς καλείται να διαδραματίσει το ρόλο του “ακρίτα” και “συνοριοφύλακα” της Ε.Ε.. Όλοι πλέον γνωρίζουμε ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες είναι Σύροι, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, καθώς μαίνεται ένας λυσσαλέος εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στην οργάνωση ISIS και τον, Πρόεδρο της χώρας, Άσαντ.
Το διεθνές πλαίσιο για τους πρόσφυγες
Το προσφυγικό ζήτημα είναι ιδιαίτερα περίπλοκο, καθώς έχει βαθιές ρίζες και είναι ένα θέμα που δεν έχει λύση αλλά μόνο διευθέτηση. Όσο θα υπάρχουν πόλεμοι τόσο θα δημιουργούνται πρόσφυγες. Συνεπώς με αφετηρία αυτό το γεγονός, κάθε ένας από εμάς είναι ένας εν δυνάμει πρόσφυγας. Σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης για το καθεστώς των Προσφύγων του 1951, πρόσφυγας “είναι ένα άτομο που βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του ή του τόπου κατοικίας του, έχει δικαιολογημένο φόβο δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ορισμένη κοινωνική ομάδα ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων και εξαιτίας αυτού του φόβου δίωξης αδυνατεί ή δεν επιθυμεί να απολαμβάνει την προστασία αυτής της χώρας ή την επιστροφή σ’ αυτήν“. Μάλιστα, εκ του ανωτέρου προκύπτει ρητά από τη Σύμβαση του 1951 και η “αρχή της μη επαναπροώθησης”, εφόσον ένα άτομο έχει φτάσει στην χώρα υποδοχής. Η χώρα υποδοχής υποχρεώνεται από το διεθνές δίκαιο να προστατεύσει έναν πρόσφυγα και να μην τον στείλει παρά τη θέληση του στην πατρίδα από την οποία έφυγε. Φανταστείτε ένας άνθρωπος, που κινδυνεύει η ζωή του, να μας χτυπάει την πόρτα και να μην του ανοίγουμε και να τον αφήνουμε έξω από την πόρτα μας να πεθαίνει. Ο παραλληλισμός ανταποκρίνεται ακριβώς στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται ένας πρόσφυγας όταν φτάνει στην χώρα υποδοχής. Μια άλλη έννοια που ακολουθεί τον ορισμό του πρόσφυγα είναι το καθεστώς του ασύλου. Όποιος αναγνωριστεί από μια χώρα υποδοχής ως πρόσφυγας και εφόσον έχει υποβάλει αίτημα για παροχή ασύλου και γίνει δεκτό, χαίρει της προστασίας της χώρας υποδοχής και του παρέχονται ιατροφαρμακευτική βοήθεια, πρόσβαση στην αγορά εργασίας, κ.ά.. Τα ανωτέρω δεσμεύουν κανονικά και ουσιαστικά όλες της χώρες του ΟΗΕ. Όπως άλλωστε δεσμεύουν και τα μέλη του ΟΗΕ να σέβονται τον Διεθνή Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Το ευρωπαϊκό πλαίσιο για τους πρόσφυγες
Η Ευρώπη, ακολουθώντας το παράδειγμα του ΟΗΕ, συνέθεσε κατά τα πρότυπα του Διεθνούς Χάρτη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που θεμελιώνει και θεσμοθετεί το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο σεβασμός του ανθρώπου περιλαμβάνει και το σεβασμό του πρόσφυγα. Ωστόσο, το 2002 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προχώρησαν στη σύνταξη της Συνθήκης του Δουβλίνου ΙΙ το 2002. Το Δουβλίνο ΙΙ προβλέπει ιδιάζοντες περιορισμούς για το αίτημα ασύλου από ένα πρόσφυγα. Συγκεκριμένα, υποχρεώνει έναν πρόσφυγα να καταθέτει αίτημα ασύλου μόνο στην πρώτη χώρα υποδοχής κατά την είσοδό του σε έδαφος της Ε.Ε.. Αυτό σημαίνει ότι όταν ένας πρόσφυγας, για παράδειγμα, εισέρχεται για πρώτη φορά στην Ε.Ε. μέσω της Ελλάδας, τότε υποχρεούται να καταθέτει αίτημα ασύλου μόνο στην Ελλάδα.
Το Δουβλίνο ΙΙ ωστόσο δημιουργεί ποικίλα προβλήματα τόσο στις χώρες πρώτης υποδοχής όσο και στους ίδιους τους πρόσφυγες. Το 2011 υπήρξε καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εναντίον των προβλέψεων του Δουβλίνου ΙΙ, καθώς είχε υπάρξει παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης. Συγκεκριμένα ένας Αφγανός πρόσφυγας είχε εισέλθει σε έδαφος της Ε.Ε. μέσω της Ελλάδας και κατόπιν μετέβη στο Βέλγιο, όπου αιτήθηκε άσυλο. Η κυβέρνηση του Βελγίου του αρνήθηκε το άσυλο και τον ανάγκασε παρά τη θέλησή του να επιστρέψει στην Ελλάδα, που ήταν η πρώτη χώρα υποδοχής του. Ο Αφγανός πρόσφυγας κατέφυγε στο ΕΔΔΑ το οποίο έκρινε ότι το Βέλγιο παραβίασε την αρχή της μη επαναπροώθησης καθώς και θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Έκτοτε, το Δουβλίνο ΙΙ έχει “παγώσει” και βρίσκεται διαρκώς σε διαβουλευτική φάση. Συν τοις άλλοις, με το πρόσφατο κλείσιμο της λεγόμενης “Βαλκανικής Οδού” για τους πρόσφυγες, η Ελλάδα έχει βρεθεί ουσιαστικά παγιδευμένη και προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα αλλεπάλληλα κύματα των προσφυγικών ροών μόνη της. Οι βαλκανικές γειτονικές χώρες της Ελλάδας καθώς και οι χώρες της Ε.Ε. φαίνονται αρνητικές στην υποδοχή προσφύγων. Η άρνηση της υποδοχής των προσφύγων καθώς και το κλείσιμο των συνόρων προέκυψαν από την φαινομενική προτροπή της Αυστρίας. Ένα άλλο θέμα που επιδεινώνει το πρόβλημα είναι η άρνηση συνεργασίας από μέρους της Τουρκίας, από την οποία περνάνε οι περισσότεροι πρόσφυγες από τη Συρία στο Αιγαίο. Με τις παραπάνω εξελίξεις βρέθηκε η Ελλάδα απομονωμένη και οι πρόσφυγες να ζουν σε άθλιες συνθήκες παγιδευμένοι.
Η Ελλάδα και οι εταίροι
Η κριτική στην Ελλάδα έρχεται κυρίως από εκείνους τους ενωσιακούς εταίρους οι οποίοι εξαρχής αρνήθηκαν την υποδοχή προσφύγων και έκλεισαν άρον άρον τα σύνορα απειλώντας την Ελλάδα με έξοδό της από τη Συνθήκη του Σένγκεν, που επιτρέπει την ελεύθερη διέλευση ατόμων και προϊόντων στις χώρες που είναι μέλη της Σένγκεν. Η άρνηση αρκετών κρατών μελών της Ε.Ε. για υποδοχή των προσφύγων προκύπτει από το φόβο της ισλαμοφοβίας που κορυφώθηκε με την τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι το 2015. Το προσφυγικό ζήτημα συνδέεται στο μυαλό των Ευρωπαίων με την τρομοκρατία της ISIS. Αρκετοί Ευρωπαίοι εταίροι και βαλκάνιοι ηγέτες θεωρούν a priori ότι οι μουσουλμάνοι πρόσφυγες είναι εν δυνάμει ή εν ενεργεία τρομοκράτες. Κι αυτό καταδεικνύει αν μη τι άλλο όχι μόνο έναν εσωτερικευμένο ρατσισμό, αλλά και μια ξενοφοβία που αγγίζει τα όρια της εμμονής.