“Το πρόσωπο της μια πέτρινη μάσκα που την αυλάκωναν ρωγμές εσωτερικών σεισμών. Κι είχε πολλούς σεισμούς στη ζωή της η Ολυμπία. Πολλούς και ισοπεδωτικούς…”.
Η αγάπη ήταν μια άγνωστη έννοια για τη μια από τις πρωταγωνίστριες του βιβλίου της Πένυ Παπαδάκη. Από τη στιγμή που γεννήθηκε η Ολυμπία ήταν ένα παρείσακτο πλάσμα. Το μόνο που είχε ήταν η υγεία της και η αγάπη από τη γιαγιά της που δεν έφτανε όμως γιατί η Ολυμπία πάλευε να αποκτήσει την πατρική αγάπη. Ο θάνατος της μητέρας της μετά τη γέννηση της την κατέστησε ένοχη και ως εκ τούτου αόρατη στα μάτια του πατέρα της και των αδερφών της.
Από την άλλη, η δίδυμη αδερφή της που βρέθηκε παρατημένη στα χωράφια και σοβαρά τραυματισμένη, μεγάλωσε με όση αγάπη ήθελε από τους γύρω της και αυτό μπόρεσε να επισκιάσει την αναπηρία της. Αυτό που έλειπε όμως και από τις δύο ήταν το άλλο τους μισό. Μόνο όταν συναντήθηκαν κατάφεραν να νιώσουν την ολοκλήρωση του ενός ατόμου. Η Ολυμπία βέβαια δεν μπόρεσε ποτέ να επανέλθει συναισθηματικά. Ακόμα και όταν κέρδισε την αγάπη αυτών που ήθελε, η ψυχή και το μυαλό της παρέμειναν σε σύγχυση. “Ποιος πόλεμος τελειώνει χωρίς θύματα? Και ποιος αρχίζει χωρίς θύτες”?
“Οι κόρες της αυγής” είναι ένα μυθιστόρημα στο οποίο ξετυλίγονται συναισθήματα με μοναδικό τρόπο για να οδηγήσουν στην κατανόηση των χαρακτήρων. Αυτή η διαδικασία της έκθεσης των ψυχών βάζει τον αναγνώστη σε σκέψεις που αναμφισβήτητα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η αγάπη είναι βασικό συστατικό στο χτίσιμο σχέσεων και στην ολοκλήρωση της ψυχής. Μέσα από την αγάπη που δεχόμαστε καταφέρνουμε να δημιουργήσουμε μια ισορροπημένη εικόνα και για τον εαυτό μας και για τον κόσμο γύρω μας.