Ναι, η δυστυχία είναι μια συνήθεια πια. Μαθαίνεις να ζεις με αυτήν. Και δεν την ονομάζεις δυστυχία γιατί είναι μια μόνιμη κατάσταση. Την αποκαλείς έλλειψη απόλυτης ευτυχίας, έλλειψη ενθουσιασμού, φυσιολογικό γεγονός. Και λες ότι «κανείς δεν είναι τέλειος», «κανείς και τίποτα δεν είναι ακριβώς αυτό που ψάχνεις να βρεις» και αρκείσαι σε ότι μπορείς να έχεις.
Η συζήτηση με τον κολλητό μου με έκανε και κατάλαβα. Οι άνθρωποι είναι στατιστικά αποδεδειγμένο ότι ζουν περισσότερες μίζερες, άσχημες, δύσκολες στιγμές πάρα όμορφες. Κι είναι σπάνιο να δεις πραγματικά γεμάτους και χαρούμενους ανθρώπους. Ανθρώπους ευχαριστημένους με τη ζωή τους. Ανθρώπους που άμα τους ρωτήσεις δεν θα σου πουν πως ζητάνε κάτι παραπάνω. Οι περισσότεροι ζουν με τα απωθημένα τους και βυθίζονται στο βούρκο.
Είπα στο φίλο μου εχθές για ένα ζήτημα μου πως «Στο τέλος της μέρας δεν ξέρω αν πραγματικά είμαι χαρούμενη για αυτό που έχω ή αν πείθω τον εαυτό μου πως αισθάνεται ευτυχισμένος».
Οι άνθρωποι είναι αλήθεια πως θέλουν πολλά. Θέλουν και άνετη ζωή και λιγότερες έγνοιες και λιγότερη κούραση και περισσότερη αγάπη και ανιδιοτελή έρωτα και αδερφική φιλία. Τα θέλουν όλα. Κι όταν έχουν τα μισά νιώθουν ανεπαρκείς. Κάτι τους λείπει. Κι αντί να σκεφτούν τους λόγους για τους οποίους πρέπει να χαμογελούν, σκέφτονται και βασανίζονται από τον έναν που τους θλίβει. Είναι που πάντα άνισα γέρνει η ζυγαριά προς το μέρος της έλλειψης μας σε κάτι παρά της πληρότητας μας σε όλα τα άλλα. Και δεν ξέρουμε τελικά να εκτιμάμε όσα μας δίνουν κι όσα κερδίζουμε. Είμαστε χαλασμένοι.
Όταν θέλεις κάποιον ερωτικά και εκείνος σε απορρίπτει είσαι δυστυχισμένος επειδή έδωσες τη καρδιά σου σε κάποιον που δεν ανταποδίδει το συναίσθημα. Όταν πάλι βρεις κάποιον που δεν είναι ο «ένας» που σε απέρριψε. Κι εκείνος έχει ελαττώματα μα και θετικά στοιχεία, είσαι δυστυχισμένος επειδή σε χαλάνε τα ελαττώματα. Προσέχεις κατά βάση αυτά και συγκρίνεις με τον «έναν» και νιώθεις απαίσια γιατί τα συναισθήματα που έχεις δεν έχουν τη ίδια ένταση που είχαν για τον άλλον. Κι όταν αποφασίζεις να παραμείνεις μόνος, πάλι δυστυχισμένος είσαι επειδή δεν αντέχεις να βλέπεις τους ανθρώπους γύρω σου να ζευγαρώνουν και σου λείπει αυτό που εσύ εκουσίως επέλεξες να μην έχεις.
Ακούω κάθε μέρα ανθρώπους να συζητούν για εκείνα που τους πονάνε. Εκείνα που τους πλήγωσαν. Κι είναι ελάχιστες οι φορές που συζητάμε για χαρμόσυνα γεγονότα στη ζωή μας. Εκείνες τις αξέχαστες στιγμές που σε έκαναν να αισθάνεσαι ζωντανός περισσότερο από ποτέ. Είναι τα προβλήματα μας που προσθέτουν τα πιο πολλά κιλά πάνω μας. Είναι η καμπούρα που κουβαλάμε που μας λυγίζει και παραμένουμε συνήθως σκυθρωποί. Είναι εν τέλει η δυστυχία που ζήσαμε μια φορά που φέρνει κι άλλη δυστυχία. Είναι το ότι διαμορφώθηκε ο χαρακτήρας και οι επιλογές μας από αυτήν.
Μάθαμε να συμβιβαζόμαστε. Δεν είναι απαραίτητα κακό αυτό. Είναι θεμιτό και λογικό να κάνει κανείς υποχωρήσεις στα θέλω του και να ρίχνει μέχρι ένα σημείο τα στάνταρ του με τη προοπτική ότι θα βρει κάτι να τον γεμίζει.
Καμιά φορά σκέφτομαι πως αν συνεχίζουμε να είμαστε δυστυχισμένοι είναι επειδή συμβιβαστήκαμε τόσο που πλέον δεν αισθανόμαστε τη διαφορά με πριν. Συμβιβαστήκαμε με το συμβιβασμό μας. Δεχτήκαμε πως θα πηγαίνουμε εκεί που μας πάνε κι όχι εκεί που θέλουμε. Παρεκκλίναμε τόσο από το δρόμο μας που πλέον ξεχάσαμε κι ότι στην αρχή πηγαίναμε κάπου. Αφήσαμε τη δυστυχία να μπει στη ζωή μας ως επιλογή.
Δεν θα σας πω συμπέρασμα γιατί δεν ξέρω αν υπάρχει. Δεν είμαι φιλόσοφος, δεν είμαι ψυχολόγος κι ούτε επιθυμώ να γίνω. Απλά δεν θέλω να λέω ψέματα σε εκείνους που με ρωτάνε τι κάνω, πως «είμαι καλά». Θέλω όντως να είμαι.