Μια χρήσιμη πληροφορία για μένα -αν φυσικά σε ενδιαφέρει- είναι ότι είμαι αρκετά περίεργη. Όταν, λοιπόν, είδα τον αινιγματικό τίτλο και την αντίστοιχη αφίσα της ταινίας The Hippopotamus πάτησα αμέσως το play ώστε να δω για τι πρόκειται.
Ο Ted Wallace (Roger Allam) ήταν γνωστός ποιητής. Όταν, όμως, η έμπνευση τον εγκαταλείπει στρέφεται προς την κριτική καλλιτεχνικών δρώμενων για ένα περιοδικό. Παρόλα αυτό, λόγω του εγωκεντρικού χαρακτήρα και της αγενούς συμπεριφοράς του δεν μένει για πολύ καιρό σε αυτή τη δουλειά. Την ίδια μέρα της απόλυσής του αναλαμβάνει να εξερευνήσει τα διάφορα θαύματα που λαμβάνουν χώρα στο σπίτι του Michael Logan (Matthew Modine), όπου ζει με την γυναίκα του Anne (Fiona Shaw) και τους γιους τους, τον Simon (Dean Ridge) και τον David (Tommy Knight).
Πριν κάνω οποιοδήποτε σχόλιο, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η ταινία ανήκει στο είδος της κωμωδίας, αλλά η χώρα παραγωγής είναι το Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρόκειται για μια τυπική κωμωδία, που έχει χιουμοριστικούς διαλόγους και αστείες καταστάσεις. Αντιθέτως, ίσως θα ήταν καλύτερα να ενταχθεί στην κατηγορία του δράματος, γιατί μαθαίνουμε για τα προσωπικά βάσανα πολλών ανθρώπων ή του μυστηρίου, καθώς ο πρωταγωνιστής αναζητεί λογική εξήγηση για τα διάφορα θαύματα που βίωσαν διάφοροι άνθρωποι.
Σκηνοθέτης της ταινίας είναι ο John Jencks. Αν και μόλις η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του κατάφερε να δημιουργήσει μια αισθητικά όμορφη ταινία, καθώς επικρατούν φωτεινά και θερμά χρώματα, και επίσης έδωσε έμφαση στην λήψη εντυπωσιακών πλάνων που δείχνουν την ομορφιά της φύσης ανεξάρτητα από την χαρούμενη ή στενόχωρη συναισθηματική και φυσική κατάσταση των ηρώων που βρίσκουν καταφύγιο σε αυτή. Παράλληλα, είναι θετικό που έγινε επεξεργασία από τους Robin Hill και John Richards και εμφανίζονται τα μηνύματα που αντάλλαζαν οι ήρωες μεταξύ τους στην οθόνη του θεατή μαζί φυσικά με τον χαρακτηριστικό ήχο που τα συνοδεύει.
Στα θετικά της ταινίας θα προσθέσω επίσης το σενάριο. Βέβαια, η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Stephen Fry, αλλά η Blanche McIntyre, ο Tom Hodgson, ο John Finnemore και η Robin Hill εργάστηκαν για το σενάριο. Αυτό που το κάνει να ξεχωρίζει είναι το λεξιλόγιο. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί ο Ted είτε στο χαρτί είτε όταν μιλάει, αλλά και οι πάμπολλες μεταφορές θυμίζουν πάντα στον θεατή την ποιητική του ταυτότητα που είναι κομμάτι της προσωπικότητάς του.
Όλα αυτά, όμως, δεν μπορούν να αλλάξουν τα σημαντικά αρνητικά που παρατηρούνται. Αν και κωμωδία είναι μετρημένες οι σκηνές και τα αστεία που κάνουν τον θεατή να γελάσει. Και φυσικά υπάρχουν και εκείνες οι σκηνές που προσπαθούν να προκαλέσουν εύκολο γέλιο, όπως όταν ο Ted ενώ βρίσκεται πάνω σε μια βάρκα πέφτει μέσα στο νερό χωρίς κάποιον ουσιαστικό λόγο. Επίσης, υπάρχουν μερικά κενά στα οποία δεν δόθηκε σημασία, γιατί προτιμήθηκε να προβληθεί ένα καλό παρά ένα ρεαλιστικό πλάνο, όπως φαίνεται όταν ο Ted βρίσκεται μέσα στην αίθουσα και παρακολουθεί μία θεατρική παράσταση πίνοντας ουίσκι από ένα ποτήρι, το οποίο με κάποιον τρόπο πήρε μαζί του και το χρησιμοποίησε κρυφά μέσα στην αίθουσα, αλλά κανείς δεν τον σταμάτησε. Τέλος, γενικά η όλη ταινία δεν καταφέρνει να ενθουσιάσει τον θεατή με τις τεχνικές της λεπτομέρειες, καθώς δεν βλέπει κάτι το ξεχωριστό, το διαφορετικό.
Συνοπτικά, το The Hippopotamus δεν είναι μια ταινία που θα την ευχαριστηθούν όλοι. Αν σου αρέσουν οι περίεργες ταινίες, που προσπαθούν να δουν κατά πόσο ο άνθρωπος μπορεί να ξεπεράσει τα όρια ή να απαρνηθεί τη λογική προκειμένου να του συμβεί ένα θαύμα, τότε μπορείς να την δεις ανεπιφύλαχτα.