Στου ήλιου σου αντάμωσα
Αχτίδα ν αναβλύζει
Φως εγχύθηκε με μιας
Το διάβα μας στολίζει.
Απάνεμα τα όνειρα
Ολάνθιστοι μπαξέδες
Οσμές κι ευωδιές
Κρίνα και μενεξέδες.
Στης αγκαλιάς σου πρόβαλλε
Σεργιάνι σε καλούσε
Της μοίρας σου μ’ απλοχεριά
Λες σα να γροικούσε.
Να νοιώσει το φτερούγισμα
Καρδιάς από τα βάθη
Αφού εσίμωσε ταχιά
Και χάθηκε κι επλάθη
Όνειρο φανταστικό
Με δόσεις κι επιδόσεις
Διάπλατα μεθυστικό
Και τρέξε να το σώσεις.
Μη λάχει κι αναδειχθεί
Το ψέμα ή το κλάμα
Παρά ν’ αποδειχθεί
Της ζήσης μας το τάμα.
Που ‘γινε από καρδιάς
Εφάνη στα ουράνια
Με γράμματα ολόχρυσα
Εβγήκε απ την αφάνεια.
Θέλησε κι έλαμψε
Βρίσκεται πια σιμά μας
Να το χαρούν οι φίλοι μας
σοι και τα παιδιά μας.
Να καμαρώνουνε εμάς
Ζωντανά να τα τηρούμε
Τα θέλω και τα πρέπει μας
Αντάμα να τα ζούμε.