Ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ αποτελεί, και όχι άδικα, έναν από τους διασημότερους θεατρικούς συγγραφείς όλων των εποχών. Κορυφαία μορφή της αγγλικής αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας ενσαρκώνει την φιγούρα του καλλιτέχνη χωρίς τον οποίο ο σύγχρονος πολιτισμός θα ήταν πολύ πιο φτωχός. Τα θεατρικά του έργα έχουν μεταφραστεί σε πάρα πολλές γλώσσες, έχουν παιχτεί άπειρες φορές παγκοσμίως και καταφέρνουν στο μακρινό 2021 να αγγίζουν, να συγκινούν και να επαναφέρουν διαχρονικούς προβληματισμούς.
Ένα από τα κορυφαία παραδείγματα της διαχρονικότητας του έργου του Ουίλιαμ Σαίξπηρ αποτελεί το θεατρικό Ο έμπορος της Βενετίας. Πραγματευόμενος ζητήματα όπως η θρησκεία, ο έρωτας, η φιλία, η φύση του δικαίου, η οικογένεια, ο ρατσισμός και η διάκριση μεταξύ είναι και φαίνεσθαι ο Σαίξπηρ καταφέρνει να μιλήσει μέσα στις καρδιές των αναγνωστών του ή των θεατών της παράστασης αντίστοιχα. Μάλιστα, ενώ το έργο συγκαταλέγεται στις κωμωδίες του μεγάλου θεατρικού συγγραφέα, συγκλονίζει με τις έντονες δραματικές σκηνές του, που χαράσσονται αυτόματα στη μνήμη του αναγνώστη.
Στο συγκεκριμένο έργο, πρωταγωνιστούν μεταξύ άλλων δύο από τους συνθετότερους ήρωες που έχει πλάσει ο Σαίξπηρ. Η πρώτη είναι μία γυναικεία μορφή. Πρόκειται για την ευφυέστερη γυναικεία σαιξπηρική μορφή, την πανέξυπνη και πανέμορφη Πόρσια, την πριγκίπισσα που η μοίρα της καθορίζεται από ένα αίνιγμα με το οποίο την έχει συνδέσει ο πατέρας της και η οποία καταφέρνει με ένα εντυπωσιακό νομικό τέχνασμα να σώσει τον φίλο του συζύγου της από βέβαιο θάνατο. Η δεύτερη μορφή, που δίνει και τον τίτλο στο έργο, είναι εκείνη του εβραίου εμπόρου. Ένας από τους διασημότερους και πιο συνθέτους θεατρικούς ρόλους, ένας ήρωας που κινείται μεταξύ του τριγώνου αγάπη – μίσος – φόβος.
Έχοντας βιώσει την ταπείνωση λόγω της θρησκείας του, έχει αναπτύξει ένα παράφορο μίσος απέναντι στους χριστιανούς, το οποίο τον οδηγεί την απόφαση να αφαιρέσει τη ζωή του δυνάστη του μέσω της τοκογλυφίας. Ο έμπορος δεν σπρώχνεται στην πράξη αυτή για οικονομικούς λόγους, αλλά γιατί μετά από μία ζωή μέσα στην ταπείνωση, οι χριστιανοί του πήραν το μόνο πολύτιμο για αυτόν, την πολυαγαπημένη του κόρη. Οι συμφορές όμως δεν τελειώνουν εκεί για εκείνον. Η πριγκίπισσα Πόρσια, καταφέρνει με τη νομική της ικανότητα, όχι μόνο να σώσει τον φίλο του συζύγου της, αλλά και να ταπεινώσει τον έμπορο κάνοντας τον να απαρνηθεί τη θρησκεία του, το μόνο του αποκούμπι μετά την απώλεια της κόρης του. Στο τέλος της ταινίας, ο Σάυλοκ απομακρύνεται από την κοινότητα των Εβραίων, μένει μόνος και ταπεινωμένος, ενώ η κόρη του βρίσκεται μακριά, στο ίδιο παλάτι με τους διώκτες του.
Η μαγεία της σαιξπηρικής γραφής καθίσταται προφανής όταν ο αναγνώστης που καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης αγωνιά για την τύχη του πιστού φίλου του κεντρικού ήρωα που από αγάπη προς το φίλο του έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του και το αν τελικά θα χάσει τη ζωή του από τον έμπορο δεν νιώθει ανακούφιση στο τέλος, αλλά θλίψη για τον έμπορο. O άνθρωπος βρίσκεται στο κέντρο της πλοκής, σε όλο το μεγαλείο της ύπαρξης του και χωρίς να χάνεται στην σκιαγράφηση του ίχνος από την πολυπλοκότητα του. Οι ίδιοι χαρακτήρες φέρονται με αγάπη και αυτοθυσία προς ένα άτομο και είναι έτοιμοι να θυσιαστούν για μία ιδέα και ταυτόχρονα, εμποτισμένοι από το μίσος ή αλλοτριωμένοι από τον πόνο αφήνονται να κυριαρχηθούν από το αρρωστημένο μίσος που φέρνει τη δυστυχία.
Τις δυνατές δραματικές στιγμές πλαισιώνει ο έρωτας, ένας έρωτας στην πιο αγνή του μορφή, ένας έρωτας που καταφέρνει λόγω της αγνότητας του να λυτρώσει την πριγκίπισσα από το αίνιγμα του πατέρα της, που την κρατά παγιδευμένη αλλά και προστατευμένη. Έτσι, η επιλογή του συντρόφου από την πρωταγωνίστρια επιβεβαιώνεται από τον σοφό πατέρας της έμμεσα, παρά το γεγονός πως εκείνος έχει πεθάνει και θυμίζει στον αναγνώστη ή το θεατή του έργου πως σημασία δεν έχει το φαίνεσθαι, αλλά το είναι.