Έχουν ξεκινήσει από τον Ιανουάριο του 2021 διαπραγματευτικές διαδικασίες στη Κωνσταντινούπολη μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας στο επίσημο 62ο συνέδριο, που σχετίζεται με την κατάληξη συμφωνίας για την υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο στη βάση του Διεθνούς Δικαίου.
Η Ελλάδα ποτέ δεν δέχτηκε τις εκτός Διεθνούς Δικαίου, για αυτήν, τουρκικές θέσεις, γεγονός που έχει εμποδίσει έως τώρα να υπάρξει συμφωνία οριοθέτησης. Η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας είναι εξάλλου η μοναδική ελληνοτουρκική διαφορά που αναγνωρίζει η Αθήνα. Τα άλλα προβλήματα θεωρεί ότι αποτελούν μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις. Αντιθέτως, η Άγκυρα, παρακάμπτοντας με αυθαίρετες ερμηνείες το Διεθνές Δίκαιο και τις υφιστάμενες συνθήκες, προσπαθεί να μετατρέψει σε νομιμοποιημένες διαφορές τις δικές της διεκδικήσεις.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ
H Άγκυρα από το 1970 προσπαθεί να εγκαθιδρύσει το σχέδιο που έχει συλλάβει τη τελευταία διετία με όνομα ΄Γαλάζια Πατρίδα’, το οποίο περιλαμβάνει μία έκταση που περιλαμβάνει όλο σχεδόν το Αιγαίο, τον Εύξεινο Πόντο καθώς και περιοχή Ρόδου έως και την Ανατολική Κρήτη, με την Κάρπαθο να φαίνεται να αγνοείται παντελώς. Όσον αφορά τη Μεγαλόνησο δε, σ΄αυτή οι Τούρκοι προσχωρούν σε διχοτόμηση θέλοντας τη δημιουργία δύο κρατών, εκ των οποίων το ένα θα είναι υπό πλήρη Τουρκικό έλεγχο.
Λόγω του ενεργειακού πλούτου που εμπεριέχουν οι θάλασσες στο υπέδαφος τους, το δόγμα αυτό αποσκοπεί στο να επεκτείνει η Τουρκία την κυριαρχία της αποκτώντας περισσότερα κυριαρχικά δικαιώματα και αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ).
Από το 1970 η Τουρκία διεξάγει έρευνες στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο στην ελληνική υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ διεκδικώντας παράλληλα και τη διχοτόμηση του εναέριου χώρου, όσον αφορά τον έλεγχο πτήσεων αεροσκαφών πάνω από το Αιγαίο .Με αυτόν τον τρόπο έτσι εγκλώβιζε έτσι τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου σε τουρκικό εναέριο και θαλάσσιο χώρο με σκοπό να τα υποθηκεύσει για το μέλλον.
To 1976 λοιπόν η Ελλάδα κατέφυγε στο Συμβούλιο Ασφαλείας και παράλληλα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η Τουρκία όμως δεν την ακολούθησε επικαλούμενη την μη αναγνώριση του Δικαστηρίου από αυτήν, το οποίο ούτως η άλλως δεν κατέληξε σε τελική απόφαση λόγω της έλλειψης αρμοδιότητάς του. Μετέπειτα διαπραγματεύσεις έλαβαν μέρος , όπως όριζε και το τότε συνυπογεγραμμένο πρακτικό της Βέρνης, αλλά σε αυτές διαφάνηκε η αδιάλλακτη στάση της Τουρκίας φτάνοντας τις δύο χώρες στα πρόθυρα πολέμου.
Το 1996 η Τουρκία συνέχισε τη στάση της με την με τη κρίση στα Ίμια, όπου ουσιαστικά ζήτησαν από τους Έλληνες να μοιραστούν κυριαρχία σε νησιά, βραχονησίδες και νησίδες ενώ η Συνθήκη της Λωζάνης ξεκαθαρίζει ποια νησιά εναπόκεινται στην κυριαρχία της εκάστοτε χώρας. Η κρίση στα Ίμια οδήγησε στην υπογραφή της Συμφωνίας της Μαδρίτης το 1997 που άνοιξε ευρύτερο πλαίσιο ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των χωρών για το Αιγαίο, αλλά από την άλλη έδωσε νομιμοποιητική βάση για τους ισχυρισμούς της τουρκικής πλευράς περί <<γκρίζων ζωνών>>.
Μιας και η Ελλάδα δεν έχει ανακηρύξει ακόμη ΑΟΖ μπορούμε μόνο να μιλάμε για δυνητική ΑΟΖ, και συγκεκριμένα για υφαλοκρηπίδα που δεν χρειάζεται να ανακηρυχθεί αλλά υπάρχει εξορισμού. Σύμφωνα με τη Σύμβαση Γενεύης 1958 υφαλοκρηπίδα ορίζεται ως τμήμα του θαλάσσιου βυθού που βρίσκεται γύρω από τις ακτές του και πέρα από την αιγιαλίτιδα ζώνη μέχρι βάθους 200 μέτρων. Στην περίπτωση της Ελλάδας πέρα από τα 6 μίλια. Το παράκτιο κράτος σύμφωνα με τη μεταγενέστερη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, έχει ορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα πάνω στην υφαλοκρηπίδα: συγκεκριμένα του ανήκουν τα ορυκτά του εδάφους και του υπεδάφους του βυθού , δικαιώματα τα οποία χαρακτηρίζονται ως αποκλειστικά, που σημαίνει πως ακόμη και να μην τα ασκήσει το παράκτιο κράτος δεν μπορεί να τα ασκήσει κανένα άλλο.
Οι Τούρκοι δεν δέχτηκαν ποτέ πως τα νησιά έχουν τη δική τους υφαλοκρηπίδα, αν και η Σύμβαση που καθορίζει το Θαλάσσιο Δίκαιο υποχρεώνει και δεσμεύει όλα τα κράτη ασχέτως αν έχουν προσχωρήσει σε αυτήν (όπως με την περίπτωση της Τουρκίας), με αποτέλεσμα μέχρι και σήμερα να εκδίδει NAVTEX για έρευνες του τουρκικού ερευνητικού σκάφους Oruc Reis, κίνηση που αποτελεί συθέμελη παραβίαση ελληνικής κυριαρχίας και βάσιμη αιτία πολέμου!
Κάθε παράκτιο κράτος έχει δικάιωμα να ανακηρύξει με επιστολή προς τον ΟΗΕ ΑΟΖ, κάτι που οι ελληνικές κυβερνήσεις μέχρι σήμερα έχουν αποφύγει να διαπράξουν με φόβο μάλλον μην ερεθίσουν τον τουρκικό αντίποδα.
Πρέπει να σημειωθεί όμως πως παρ’ότι κάθε κράτος έχει δικαίωμα να ανακηρύξει ΑΟΖ μέχρι 200χλμ. αυτό το δικαίωμα περιορίζεται αν εμπλέκονται γεωγραφικά αντικρυστά κράτη, όπως συμβαίνει με την Ελλάδα και την Τουρκία στο Αιγαίο. Σ’ αυτήν την περίπτωση κρίνεται επιτακτική η ανάγκη ουσιαστικής διαπραγμάτευσης και οριοθέτησης της ΑΟΖ. Πάγια αρχή που εφαρμόζεται σε αυτήν την περίπτωση είναι η αρχή της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής, η οποία πρεσβεύει ότι το όριο είναι τα σημεία στη θάλασσα που απέχουν ίση απόσταση από τις εκατέρωθεν στεριές (χερσαίες και νησιώτικες).
Άλλη αρχή που έχει προταθεί κυρίως από τη τουρκική μεριά είναι η αρχή της ευθυδικίας ή αναλογικότητας, μία πολύμορφη έννοια που δεν λογαριάζει όσα προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο αλλά πρόκειται για γενικότερη αρχή απόδοσης δικαιοσύνης και μετριασμού της εφαρμογής του νόμου. Η Τουρκία υποστηρίζει πως το Αιγαίο Πέλαγος είναι μία ξεχωριστή περίπτωση και έτσι θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.
Η περίπτωση των νησιών
Τα νησιά , εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του Δικαίου της Θάλασσας , για τον ορισμό ενός νησιού, τότε μπορού να έχουν 200 ναυτικά μήλια υφαλοκρηπίδα σαν την ηπειρωτική χώρα, οι βράχοι από την άλλη πλευρά μόνο 12 ναυτικά μίλια χωρικά ύδατα χωρίς ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα.
Σε περίπτωση που η ΑΟΖ ενός νησιού συμπίπτει με τα όρια ενός άλλου όμορου κράτους, τα κράτη θα πρέπει να οριοθετήσουν τα σύνορα. Το πρόβλημα είναι όμως πως η Τουρκία δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα των νησιών να έχουν υφαλοκρηπίδα ούτε καν της Κρήτης.
ΣΥΝΟΨΙΣΜΟΣ ΔΙΑΦΩΝΙΩΝ
Αρχικά, όπως προαναφέρθηκε, υπάρχει διχογνωμία αναφορικά με το καθεστώς των νησιών, με την Τουρκία να αποφεύγει διακαώς την άποψη που θέλει η ηπειρωτική της Ανατολία να είναι ισοδύναμη κυριαρχικά με τα ελληνικά νησιά. Σύμφωνα με την καθηγήτρια Πολιτικών και Διεθνών Σπουδών στο πανεπιστήμιο Μαρμαρά της Κωνσταντινούπολης Ζουχάλ Μερτ Ουζουνέρ, που μίλησε στο OPENTV, οι ακαδημαϊκοί εξετάζουν το διεθνές δίκαιο με βάση συγκεκριμένες περιπτώσεις τα λεγόμενα cases. Για παράδειγμα, η Τουρκία κάνει αναφορά σε μια δικαστική απόφαση ανάμεσα στη Ρουμανία και τη Μολδαβία για ένα νησί. Και με αυτό το τρόπο λέει ότι τα νησιά δεν έχουν τέτοιο δικαίωμα. Χρησιμοποιεί ως παράδειγμα το νησί στη Ρουμανία. H Eλλάδα από την άλλη κάνει αναφορά σε αντίστοιχη περίπτωση για να στηρίξει το δικό της δίκαιο.
Άλλη δυσαρέσκεια εκφράζουν οι Τούρκοι όχι τόσο για το Αιγαίο αλλά για την Ανατολική Μεσόγειο.Aναλυτικότερα, οι Τούρκοι σε διαπραγματεύσεις με την ελληνική πλευρα έχουν οδηγήσει στην Ελλάδα να προσδιορίσει κόκκινη γραμμή 6 ναυτικών μιλιών στα εθνικά χωρικά ύδατα της Ελλάδας, με αποτέλεσμα να ενταφιάζεται το δικαίωμα της Ελλάδας σε επέκταση χωρικών υδάτων σε 12 ναυτικά μίλια. Δηλαδή η Τουρκία δεν δέχεται ότι τα νότια σύνορα της Κρήτης φτάνουν μέχρι την Κύπρο, γιατί ανάμεσα τους υπάρχει ένα κομμάτι που ανήκει στην Τουρκία και συνορεύει με την Λιβύη.
Αν λάβουμε υπόψη και το δόγμα της Τουρκίας περί <<Γαλάζιας Πατρίδας>>, Η Τουρκία περιβάλλεται από θάλασσες και δεν δέχεται να κλείνεται στην ηπειρωτική της χώρα χωρίς να μπορέι να ανοιχτεί προς την Ανατολική Μεσόγειο.
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί η συμφωνία Άγκυρας-Τρίπολης νομική διαδικασία που θα οδηγήσει στην ανακήρυξη της τουρκικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ)η οποία θα αγνοεί πλήρως την ελληνική νοτίως της γραμμής Κρήτης – Καρπάθου – Ρόδου – Καστελόριζου, αποκόπτοντας γεωγραφικά μια θαλάσσια περιοχή η οποία αποτελεί το δυτικό τμήμα μία ενιαίας ζώνης που στα ανατολικά της τέμνεται με τις ΑΟΖ της Κύπρου και της Αιγύπτου.
Σε αυτό το παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο απάντησε η Ελλάδα με την σύναψη συμφώνου με την Αίγυπτο, ώστε με αυτό το τρόπο να δημιουργήσει μία νομική διαφορά έναντι του προαναφερθέντος τουρκικού συμφώνου και να κριθεί πλέον επιτακτικό επισήμως απή την όμορη χώρα να συνηγορήσει επιτέλους στην από κοινού προσφυγή στη Χάγη για να συγκριθούν οι δύο συμφωνίες.