Πρώτο μου άρθρο για τη νέα χρονιά, οπότε θα ξεκινήσω με τις καθιερωμένες ευχές για το νέο χρόνο. Το 2016 μπορεί να είναι δίσεκτο, αλλά ίσως –και το εύχομαι ολόψυχα- αποδειχθεί τυχερό για όλους μας. Τα είδαμε και τα υπόλοιπα, άλλωστε…
Joy (2015) – 124 λεπτά
Σκηνοθεσία – Σενάριο: David O. Russell
Πρωταγωνιστούν: Jennifer Lawrence, Robert De Niro, Bradley Cooper
Η τετράδα Russell – Lawrence – Cooper – De Niro, που μας πρόσφερε τις αξιόλογες και πετυχημένες ταινίες Οδηγός Αισιοδοξίας (2012) και Οδηγός Διαπλοκής (2013) επανήλθε χριστουγεννιάτικα με ένα μάλλον ανάλαφρο δράμα, κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της πρωταγωνίστριάς του. Δεν άρεσε όμως στους κριτικούς όσο οι δυο προηγούμενες ταινίες, και, κατά τη γνώμη μου, όχι χωρίς λόγο.
Από τον τίτλο της ταινίας και μόνο καταλαβαίνεις ότι η ταινία αυτή γυρίστηκε για το αστέρι της, την 25χρονη βραβευμένη με Όσκαρ Τζένιφερ Λόρενς. “Joy” φυσικά σημαίνει χαρά στα αγγλικά, αλλά το συγκεκριμένο “Joy” είναι το όνομα της ηρωίδας που ενσαρκώνει η Λόρενς. Μια καθημερινή γυναίκα στη Νέα Υόρκη του 1990, που ξαφνικά σκέφτηκε και υλοποίησε μια «θαυματουργή» σφουγγαρίστρα την οποία προσπάθησε να πλασάρει στην αγορά αντιμετωπίζοντας τεράστια προβλήματα και εμπόδια, ορισμένα εκ των οποίων προέρχονταν απ΄ την οικογένειά της. Δεν τα έβαλε κάτω όμως μέχρι να πάρει αυτό που ήθελε και να γίνει μια πολύ πετυχημένη επιχειρηματίας, ακόμη κι αν χρειαζόταν να κάνει τεράστιες θυσίες για να πετύχει τους στόχους της.
Όπως καταλάβατε, ολόκληρη η ταινία είναι Λόρενς. Δε μου έρχεται στο μυαλό αυτή τη στιγμή ούτε ένα πλάνο που δεν εμφανίζεται η νεαρή ταλαντούχα ηθοποιός, δεν υπάρχει ούτε μια συζήτηση, ακόμη και μεταξύ τρίτων, που να μην περιστρέφεται γύρω από αυτήν, δεν υπάρχει ούτε μια σκηνή στην οποία να μην αναδεικνύεται ο χαρακτήρας της. Και αυτή κατορθώνει να αντεπεξέλθει σ΄ αυτό τον απόλυτα πρωταγωνιστικό ρόλο, πείθοντας και τους πλέον δύσπιστους ότι έχει «ψηθεί» πλέον ως ηθοποιός και εκμεταλλεύεται σχεδόν στο μέγιστο της δυνατότητές της. Δεν καταφέρνει, βέβαια, να μας προσφέρει μια πραγματικά μεγάλη ερμηνεία, αλλά αυτό πιστεύω πως οφείλεται κυρίως σε αδυναμίες του σεναρίου και του χαρακτήρα που υποδύεται.
Αυτό το “one woman show”, ωστόσο, έχει δεδομένα ελαττώματα. Δεν αφήνει κανένα περιθώριο στους άλλους ηθοποιούς (ειδικά στους Cooper και De Niro, που δεν είναι και μικρά ονόματα) να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους, εκτός από 3-4 σκηνές που απλά σου ανοίγουν την όρεξη για να σ΄ αφήσουν τελικά με αυτήν. Ούτε αναπτύσσει κανέναν άλλο χαρακτήρα εκτός της ηρωίδας σε βαθμό που να μπορούμε να τον αξιολογήσουμε. Ακόμη και τα όποια στοιχεία μαθαίνουμε για την οικογένεια και τους φίλους της είναι απλώς τα απαραίτητα για να δικαιολογηθεί η στάση που τηρούν απέναντί της.
Ο ίδιος ο χαρακτήρας της Joy, για να επανέλθω σ΄ αυτήν, δε σε πείθει αρκετά ώστε να ταυτιστείς μαζί του και να παρακολουθήσεις με αγωνία τις συγκινητικές προσπάθειές του για προσωπική και επαγγελματική επιτυχία. Σ΄ αυτό το σημείο κρίνεται μάλλον ανεπαρκής και η σκηνοθεσία του Russell, που περιορίζεται απλώς να ακολουθεί την ηρωίδα από πλάνο σε πλάνο χωρίς να εμβαθύνει ιδιαίτερα στην ίδια και τους άλλους χαρακτήρες.
Σε αντίθεση με τον στιβαρό Οδηγό Αισιοδοξίας και τον παλαβό Οδηγό Διαπλοκής, αλλά και άλλες ταινίες του Russell, το Joy αποτυγχάνει να σου διεγείρει ιδιαίτερα οποιοδήποτε συναίσθημα, αν και σου κρατά τουλάχιστον το ενδιαφέρον με κάποιες έξυπνες ανατροπές προς το φινάλε. Γενικά είναι μια ταινία που βλέπεται άνετα μια φορά, αλλά από τα συγκεκριμένα ονόματα περιμέναμε πολλά περισσότερα, ειδικά μετά από όσα μας έχουν ήδη προσφέρει.
Βαθμολογία: 6,5/10