Στη… σκιά του –με παρόμοιο περιεχόμενο- Moonlight πέρασε η τρίτη σκηνοθετική απόπειρα του δις βραβευμένου με Όσκαρ ηθοποιού Denzel Washington, με πρωταγωνιστές τον ίδιο και την επίσης πολυβραβευμένη Viola Davis. Πρόκειται για τη μεταφορά ενός πολύ επιτυχημένου θεατρικού μελοδράματος, και μια ταινία που αξίζει της προσοχής μας.
Fences (2016) – Κοινωνικό δράμα εποχής, 135΄
Σκηνοθεσία: Denzel Washington
Σενάριο: August Wilson
Πρωταγωνιστούν: Denzel Washington, Viola Davis, Stephen Henderson
Στο Πίτσμπουργκ της δεκαετίας του ΄50, ένας έξυπνος αλλά πικραμένος έγχρωμος οικογενειάρχης δυσκολεύεται να βάλει σε τάξη τον εαυτό του και την οικογένειά του.
Το αντιρατσιστικό κλίμα ήταν έντονο σε αρκετές από τις πιο δημοφιλείς ταινίες της χρονιάς που μας πέρασε, και ελάχιστοι μπορούν να περάσουν τέτοια μηνύματα καλύτερα από τον Denzel Washington (Glory, Ημέρα Εκπαίδευσης), έναν ηθοποιό που έχει γαλουχηθεί σχεδόν σε όλα τα είδη ταινιών που υπάρχουν και μπορεί να «φτιάξει» το χαρακτήρα που υποδύεται με εξαιρετικό τρόπο.
Αυτό ακριβώς κάνει εδώ με τον Troy Maxson, έναν άνθρωπο που ταυτίζεται απόλυτα με τα όνειρα και τα προβλήματα της μαύρης μειονότητας των ΗΠΑ σε μια εποχή που αυτή διεκδικούσε τα δικαιώματά της, αλλά ταυτόχρονα μπορείς να ταυτιστείς μαζί του και σήμερα ανεξαρτήτως χρώματος και συνθηκών.
Ο Troy, λοιπόν, είναι ένας ευχάριστος –όταν θέλει- οικογενειάρχης, που ονειρευόταν να γίνει σταρ του μπέιζμπολ, στο οποίο ήταν πολύ καλός, αλλά δεν τα κατάφερε γιατί στην εποχή της ακμής του απαγορεύονταν να παίζουν μαύροι στο ανώτερο επίπεδο. Η πικρία του για το γεγονός αυτό είναι έκδηλη, και αποτυπώνεται στο γεγονός πως αρνείται στο γιο του την ευκαιρία να παίξει ράγκμπι μαζί με λευκούς, θεωρώντας πως οι τελευταίοι πάντα θα τον κρίνουν πιο αυστηρά. Ταυτόχρονα φλερτάρει με τον αλκοολισμό, ενώ συχνά γίνεται ευέξαπτος και δύστροπος, μη μπορώντας να αποδεχθεί το γεγονός ότι τα όνειρά του δεν έγιναν πραγματικότητα εξαιτίας –κυρίως, αλλά όχι μόνο- του χρώματός του.
Σαν καράβι σε τρικυμία μοιάζει η ζωή του, επομένως, και η μόνη που μπορεί να τον κάνει καλά είναι η ρεαλίστρια αλλά αισιόδοξη σύζυγός του (Davis), η οποία ανέχεται πολλά απ΄ αυτόν και όχι μόνο αλλά έχει και τις κόκκινες γραμμές της. Αυτό που κάνει το θεατή να ταυτιστεί με το ζευγάρι και τους χαρακτήρες γενικότερα είναι πως η ανθρώπινη πλευρά τους, η καλή και η άσχημη, λειτουργεί ανεξάρτητα από το χρώμα τους και τα προβλήματα που αυτό τους προκαλεί, όπως υπενθυμίζει διαρκώς στον Troy η γυναίκα του.
Μια ιδιαιτερότητα του κεντρικού ήρωα αποτελεί το γεγονός πως, παρότι οι πράξεις του είναι συχνά ακατανόητες και επιβλαβείς για τον εαυτό του και τους γύρω του, δε μπορείς να τον αντιπαθήσεις. Το χειρότερο που μπορείς να κάνεις είναι να τον λυπηθείς. Είναι ένας άνθρωπος που έχει πάθος και ζωντάνια μέσα του, που πάντα προσπαθούσε για το καλύτερο, αλλά έχασε το δρόμο και τώρα προτιμά να θεωρεί το ρατσισμό, που κανείς δεν αμφιβάλλει πως όντως δέχεται, ως τη μόνη και ανυπέρβλητη αιτία των προβλημάτων του.

H ερμηνεία της Viola Davis βραβεύτηκε πανάξια με Όσκαρ Β΄ Γυναικείου Ρόλου
Παραδόξως, το μεγαλύτερο ατού της ταινίας είναι ταυτόχρονα αυτό που δεν της επιτρέπει να γίνει πιο ψυχαγωγική. Αναφέρομαι στο γεγονός πως ο χαρακτήρας του Washington κυριαρχεί απόλυτα, αφήνοντας περιθώρια μόνο στη Viola Davis –που κι αυτή σωστά θεωρήθηκε Β΄ ρόλος στα βραβεία, τα περισσότερα εκ των οποίων κέρδισε- και σε κανέναν άλλο να ξεδιπλώσει το ταλέντο του ή να αναδείξει κάποιον χαρακτήρα. Απεικονίζοντας τα πάντα από την οπτική του αντιήρωά της, η ταινία πετυχαίνει μεν την ταύτισή του με το θεατή, αλλά αποτυγχάνει να θίξει τα ζητήματα που θέλει από περισσότερες οπτικές γωνίες, καθώς και να προσφέρει απαραίτητα «διαλείμματα» στο θεατή από τις σκέψεις και τις πράξεις του πρωταγωνιστή της.
Συνολικά, το Fences, αν και κατά διαστήματα απολαυστικό και σίγουρα διδακτικό, δεν παύει να κουράζει και να πλατειάζει ενίοτε, ενώ εμφανές γίνεται πως αποτυγχάνει να μας δείξει όσα ήθελε (στην ίδια παγίδα έπεσε και το Moonlight, εξάλλου). Παρ΄ όλα αυτά, πρόκειται για μια άρτια δομημένη και καλογυρισμένη ταινία με δυο έξοχους πρωταγωνιστές κι ένα ανθρώπινο σενάριο, που δεν αξίζει να την προσπεράσετε.
Βαθμολογία: 7/10