Ξεκίνησε με υψηλές προσδοκίες, με τον Ρίντλεϊ Σκοτ (Μονομάχος, Η Διάσωση) στην καρέκλα του σκηνοθέτη και τους Kevin Spacey και Michelle Williams στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Πέρασε από σαράντα κύματα μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου περί σεξουαλικής παρενόχλησης, το οποίο είχες ως αρνητικό πρωταγωνιστή τον Spacey, ο οποίος, ενώ είχαν ολοκληρωθεί τα γυρίσματα, αντικαταστάθηκε από τον Christopher Plummer με τις απαιτούμενες σκηνές να ξαναγυρίζονται. Ποια είναι όμως τελικά αυτή η ταινία που στόχευε ψηλά αλλά οι δραματικές εξελίξεις γύρω από τον πρωταγωνιστή της την έκαναν γνωστή για άλλους λόγους και όχι την ίδια της την αξία;
All the Money in the World (2017) – Crime thriller, 133′
Σκηνοθεσία: Ridley Scott
Σενάριο: David Scarpa
Πρωταγωνιστούν: Michelle Williams, Christopher Plummer, Mark Wahlberg, Romain Duris
Όταν μια ομάδα Ιταλών μαφιόζων απαγάγει τον έφηβο εγγονό ενός από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον πλανήτη, αυτός αρνείται πεισματικά να δώσει τα ζητούμενα λύτρα κι η κατάσταση κινδυνεύει να ξεφύγει από τον έλεγχο.
Δε διέφερε και πολύ από τον Εμπενίζερ Σκρουτζ. Ήταν απλώς μια πιο ρεαλιστική, σοφιστικέ και λιγότερο καρικατούρα έκδοσή του, πράγμα λογικό δεδομένου ότι, σε αντίθεση με τον ήρωα του Ντίκενς, ο άνθρωπος αυτός υπήρξε. Ο Jean Paul Getty (Plummer) είχε, κυριολεκτικά, όλα τα λεφτά του κόσμου. Και δεν τα ξόδευε για κανέναν, ούτε καν για να σώσει τον ανήλικο και, θεωρητικά, αγαπημένο του εγγονό από τα χέρια των Ιταλών απαγωγωέων του, στην Ιταλία της δεκαετίας του ΄70.
Το «αντίπαλο δέος» του πάμπλουτου γέρου στην ιστορία μας είναι η νύφη του (Michelle Williams), ή μάλλον πρώην νύφη, καθώς όταν απήχθη ο γιος της είχε προ πολλού χωρίσει τον εξαρτημένο από τις ουσίες σύζυγό της. Ίσως ο μόνος φυσιολογικός άνθρωπος στην ιστορία, μια μητέρα που προτίθεται να κάνει τα πάντα για να ξαναδεί το γιο της σώο κι ασφαλή, ενώ πρέπει διαρκώς να εξηγεί στον κόσμο ότι δεν είναι η ίδια πλούσια και δε μπορεί να προμηθεύσει από μόνη της τα όχι και τόσο υπέρογκα λύτρα -για τα κυβικά του Getty- που αξιώνουν οι απαγωγείς.
Κάπως έτσι ξετυλίγεται αυτή η μάλλον ανατριχιαστική ιστορία, που θα μπορούσε να είναι ακόμη χειρότερη αν οι απαγωγείς δεν ήταν αρκετά ανθρώπινοι απέναντι στο θύμα τους, μέχρι τουλάχιστον να χάσουν την υπομονή τους με τα καμώματα του «σπαγγοραμμένου» παππού του. Μεσάζοντας στην όλη η ιστορία ο υπεύθυνος ασφαλείας του τελευταίου (Mark Wahlberg), ο οποίος προσπαθεί ταυτόχρονα να πείσει το αφεντικό του να πληρώσει χωρίς να χάσει το κύρος του απέναντί του, να ηρεμήσει την απελπισμένη κι απηυδισμένη μάνα και να συνεννοηθεί με τους απαγωγείς αλλά και την αστυνομία για τις λεπτομέρειες.
Ενδιαφέρον υπάρχει σίγουρα, εξελίξεις κι ανατροπές πολλές, ξεχωριστοί χαρακτήρες κι ένα καστ που λάμπει, έστω και χωρίς τον Κέβιν Σπέισι. Ο Christopher Plummer είναι απλά απολαυστικός στο ρόλο του κι η ερμηνεία φαντάζει ακόμη πιο εντυπωσιακή αν αναλογιστεί κανείς τόσο την ηλικία του (88 ετών αισίως) όσο και το γεγονός πως κλήθηκε την τελευταία στιγμή να υποδυθεί ένα χαρακτήρα που γράφτηκε και παίχτηκε με άλλο, τελείως διαφορετικό, ηθοποιό. Ο ρόλος φαίνεται πως πράγματι ταίριαζε γάντι στον Σπέισι, καθώς θυμίζει λίγο από Φρανκ Άντεργουντ και House of Cards, αλλά ας πρόσεχε.
Παρ΄όλα αυτά, σεναριακά η ταινία εμφανίζει κενά που δεν καλύπτονται ούτε μπορούν να συγχωρεθούν –δεδομένου κιόλας πως αφηγείται πραγματικά γεγονότα- ενώ οι χαρακτήρες (πλην του Getty) θα μπορούσαν ν΄ αναπτυχθούν περισσότερο. Τυπικά ο Plummer δεν είναι πρωταγωνιστής, αλλά η παρουσία του γεμίζει την οθόνη κι οι σκηνές στις οποίες εμφανίζεται παρουσιάζουν πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τις υπόλοιπες. Ειδικά οι συνθήκες και τα παραλειπόμενα της ίδιας της απαγωγής περνούν σχετικά «στα ψιλά», χωρίς πολλές εξηγήσεις. Η καταληκτική σκηνή στο φινάλε αναμφίβολα έχει σασπένς, αλλά από σκηνοθέτη επιπέδου Ρίντλεϊ Σκοτ περιμέναμε σίγουρα κάτι πιο εντυπωσιακό.
Αγνοώντας, επομένως, την ιστορία με τον Κέβιν Σπέισι και τα σκάνδαλα που εμφανώς επηρέασαν το τελικό αποτέλεσμα, το έργο είναι πολύ ενδιαφέρον κι αξιόλογο, αλλά καθ΄όλη τη διάρκειά του παρουσιάζει εμφανώς δυνατότητες για το κάτι παραπάνω, τις οποίες διαψεύδει μόνο του στη συνέχεια. Και μ΄ αυτή την αίσθηση σ΄ αφήνει κι όταν τελειώσει: ωραία ταινία κι ευχάριστη, αλλά θα μπορούσε να πετύχει πολλά περισσότερα.
Βαθμολογία: 7/10