Μια μάλλον άγνωστη ιστορία των τελευταίων εβδομάδων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μεταφέρεται στην οθόνη σ΄αυτή την ασπρόμαυρη, σε ρετρό στιλ, γερμανική παραγωγή που επιχειρεί να τη φέρει στο φως.
The Captain (Der Hauptmann, 2017) – Ιστορικό πολεμικό δράμα, 118΄
Σκηνοθεσία – Σενάριο: Robert Schwentke
Πρωταγωνιστούν: Max Hubacher, Milan Peschel, Frederick Lau
Ενώ ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος οδεύει προς το τέλος του, ένας νεαρός Γερμανός στρατιώτης βρίσκει τυχαία μια στολή λοχαγού και αναλαμβάνει τη θέση του. Αρχικά το κάνει για να γλιτώσει τη ζωή του, αλλά σταδιακά καλείται να αναλάβει το ρόλο ακριβώς αυτών που τον κυνηγούν.
Πραγματικά, οι ιστορίες, μικρές και μεγάλες, από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι τόσο πολλές και τόσο συγκλονιστικές που θα μπορούσαμε να γυρίζουμε ταινίες για άλλα 100 χρόνια μόνο μ΄αυτό το υλικό. Απόδειξη ότι πέρασαν πάνω από 70 χρόνια μέχρι να έλθει ο κινηματογραφικός φακός να δώσει ζωή σε τούτη δω την άγνωστη, παρασκηνιακή αλλά συγκλονιστική ιστορία.
Πρωταγωνιστής τούτου δω το απίθανου δράματος είναι ένας νεαρός Γερμανός στρατιώτης, ο Βίλι Χέρολντ (Hubacher), ο οποίος έχει δραπετεύσει από τη μονάδα του καθώς κατηγορείται για λιποταξία και απειλείται με εκτέλεση. Τυχαία ανακαλύπτει τη στολή ενός παρασημοφορημένου λοχαγού της Λουφτβάφε (πολεμική αεροπορία) και, χωρίς να το καλοσκεφτεί, αναλαμβάνει να παίξει το ρόλο του λοχαγού προκειμένου να γλιτώσει.
Ως λοχαγός ωστόσο, αποκτά εξουσία σ΄ ένα ετερόκλητο πλήθος στρατευμένων στο οποίο η ηττοπάθεια και η κούραση κυριαρχούν και, μετά από 6 χρόνια σ΄έναν αδιανόητα καταστροφικό πόλεμο, κάθε ίχνος ανθρωπιάς έχει εξαφανιστεί προ πολλού. Ο πρώην κυνηγημένος στρατιώτης σταδιακά γίνεται αυτός κυνηγός, σκληρός κι απάνθρωπος, απολαμβάνοντας τη σύντομη – καθώς οι Σύμμαχοι προελαύνουν – και πλαστή δύναμη που απέκτησε.
Ένα στοιχείο αυτής της ταινίας είναι πως δεν ξέρουμε τίποτα για τους χαρακτήρες της, πέρα απ΄αυτά που εκτυλίσσονται κατά τη διάρκειά της. Ξέρουμε πως ζουν το τέλος του χειρότερου πολέμου που γνώρισε η ανθρωπότητα, στην ηττημένη πλευρά, και οι περισσότεροι αντιμετωπίζουν σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Δε γνωρίζουμε όμως ποιοι είναι, από πού ήρθαν, τους στόχους και τα κίνητρά τους. Άλλωστε σ΄έναν τέτοιο πόλεμο όλα φαντάζουν τόσο εφήμερα, η φράση “σήμερα είμαστε αύριο δεν είμαστε” βρίσκει κυριολεκτική και απόλυτη εφαρμογή.
Στον ίδιο τον πρωταγωνιστή, φυσικά, βρίσκει εφαρμογή η φράση “δώσε δύναμη σε κάποιον και τότε θα καταλάβεις ποιος πραγματικά είναι”. Όλοι οι ήρωες της ταινίας αντιμετωπίζουν τις ίδιες καταστάσεις, η στάση τους όμως είναι διαφορετική. Κάποιοι βασανίζουν άλλους από συνήθεια ή επειδή πια έμαθαν να τους αρέσει, κάποιοι προσπαθούν να διατηρήσουν την ανθρωπιά και την αξιοπρέπειά τους, όσο κάτι τέτοιο είναι δυνατόν, κάποιοι απλώς παραμένουν μετέωροι περιμένοντας ένα θαύμα ή, εναλλακτικά, ό,τι τους επιφυλάσσει η μοίρα. Και ο Βίλι Χέρολντ στέκεται εκεί, αρχηγός από το πουθενά σ΄όλο αυτό το συνονθύλευμα, εκμεταλλευόμενος την εξουσία του μ΄έναν τρόπο που και ο ίδιος δε θα φανταζόταν πριν φορέσει αυτή τη στολή που βρήκε στο δρόμο.
Όλα αυτά μας τα αφηγείται η ταινία μέσα από μια φαταλιστική, ντετερμνιστική σκοπιά, χωρίς περιθώρια αισιοδοξίας και νότες ελπίδες, με το ασπρόμαυρο να κάνει την ατμόσφαιρα ακόμα πιο βαριά και να μας βάζει στο κλίμα της εποχής. Οι χαρακτήρες μοιάζουν σαν να προέρχονται από αρχαιοελληνική τραγωδία, αλλά είναι υπαρκτά πρόσωπα και όσα βλέπουμε έχουν συμβεί στην πραγματικότητα. Κι αυτό είναι ακριβώς που προσδίδει αξία στο όλο κόνσεπτ. Εκτός από τη σκηνοθεσία, αξίζει να σταθούμε και στη μεστή, ρεαλιστική ερμηνεία του πρωταγωνιστή Max Hubacher, ο οποίος πετυχαίνει την απόλυτη ταύτιση με το ρόλο που ερμηνεύει, στο βλέμμα, στις κινήσεις, στη λεπτομέρεια.
Αν και ενίοτε πλατειάζει, αναλώνεται στις ίδιες περιγραφές και ενίοτε κουράζει, η ταινία του Robert Schwentke κερδίζει τις εντυπώσεις με την ατμοσφαιρική σκηνοθεσία της και το εύστοχο σενάριο που την καθιστούν ένα πολύ καλό πολεμικό δράμα. Τη συστήνουμε κυρίως στους λάτρεις των πολεμικών ταινιών, ενώ καλύτερα να την αποφύγετε αν ψάχνετε μια ταινία να σας ανεβάσει τη διάθεση…