Πριν από μερικές μέρες, ο τεράστιος Βρετανός ηθοποιός Σερ Μάικλ Κέιν (Alfie, Get Carter, Hannah and her Sisters, Σκοτεινός Ιππότης, Prestige και πολλές άλλες) μας ανακοίνωσε πως, στα 84 του χρόνια πλέον, πάσχει από καρκίνο και «οι μέρες του είναι μετρημένες». Αφιερώνω αυτό το άρθρο, λοιπόν, στην πιο έξυπνη ταινία στην οποία έχει παίξει ο αειθαλής Βρετανός, και μια από τις πιο έξυπνες γενικά στην ιστορία του κινηματογράφου.
Sleuth (1972) – Θρίλερ μυστηρίου, 138΄
Σκηνοθεσία: Joseph L. Mankiewicz
Σενάριο: Anthony Shaffer
Πρωταγωνιστούν: Laurence Olivier, Michael Caine, Alec Cawthorne, Eve Channing
Ένας μεσήλικας αριστοκράτης καλεί στην έπαυλή του τον αρκετά νεότερο εραστή της γυναίκας του, ξεκινώντας έτσι μια μάχη μεταξύ μυαλών με απρόβλεπτες συνέπειες.
Όποιος έχει δει το έργο ξέρει καλά πως είναι δύσκολο να γράψεις γι΄ αυτό και να ενημερώσεις το θεατή χωρίς να κάνεις spoilers και να «χαλάσεις» ένα μέρος της ομορφιάς της. Κατά συνέπεια, θα γράψω μόνο τα βασικά για την πλοκή και τους χαρακτήρες της.
Η ταινία είναι μια μάχη μεταξύ μυαλών. Από τη μία, ο Andrew Wyke (Olivier), ένας πλούσιος γερασμένος αριστοκράτης, επιτυχημένος συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων. Ο Andrew είναι πανέξυπνος και το ξέρει, συχνά υπερεκτιμώντας τις δυνατότητές του, είναι νοσταλγός του παρελθόντος, τυπικός Άγγλος λόρδος που προσβάλλει συχνά το συνομιλητή του αλλά πάντα «με το γάντι». Παίζει «εντός έδρας» (στο πλούσιο και περίεργα διακοσμημένο σπίτι του) απέναντι στον πολύ νεότερο εραστή της γυναίκας του Milo Tindle (Caine), προς τον οποίο δείχνει περισσότερο περιέργεια παρά απέχθεια, αν και εμφανώς τον υποτιμά. Απέναντι στη φινέτσα και την εμπειρία του «αντιζήλου» του, ο Milo αντιπαρατάσσει τη νεανική, κοφτερή του σκέψη, καθώς και μια σύνεση και διορατικότητα που δεν φαίνεται εκ πρώτης όψεως, κι έτσι αποδεικνύεται άξιος αντίπαλος.
Τώρα τι ακριβώς «παιχνίδι» παίζουν αυτοί οι δυο (μην πάει ο νους σας στο πονηρό) και πώς αυτό εξελίσσεται, αυτό πρέπει να το δείτε μόνοι σας. Το σίγουρο είναι πως η επιλογή των δύο πρωταγωνιστών, από το βετεράνο πολυβραβευμένο σκηνοθέτη Joseph L. Mankiewicz (Όλα για την Εύα), είναι ιδανική. Δυο εξίσου φινετσάτοι και ταλαντούχοι Βρετανοί ηθοποιοί, σε αντιδιαμετρικά σημεία στην καριέρα τους, που έχουν κερδίσει μαζί 6 Όσκαρ και 21 υποψηφιότητες και υπηρέτησαν την υποκριτική για πάνω από μισό αιώνα ο καθένας. Αμφότεροι ήταν πανάξια υποψήφιοι για Όσκαρ για τους ρόλους τους στην ταινία αυτή, και έχασαν μόνο επειδή απέναντί τους ήταν ο Νονός και ο «Δον» Κορλεόνε Marlon Brando.
Η ταινία διαρκεί πάνω από δύο ώρες και ο θεατής δεν «δικαιούται» να αφαιρεθεί ούτε για ένα λεπτό, καθώς οι κοφτεροί διάλογοι φανερώνουν ολοένα και περισσότερα μυστικά προκαλώντας αλυσιδωτές εξελίξεις. Το ενδιαφέρον βέβαια είναι τέτοιο, που ούτε καν σκέφτεσαι να σταματήσεις να παρακολουθείς. Βασισμένη σε θεατρικό, η ταινία είναι ταυτόχρονα μυστηριώδης και κλειστοφοβική από σκηνοθετικής άποψης, και αυτό αναπόφευκτα ξενίζει ένα μέρος του κοινού, ωστόσο αν σε απορροφήσει στην ατμόσφαιρά της θα σου πάρει ώρα να… επανέλθεις στον πραγματικό κόσμο.
Όπως έκανε και με άλλες ταινίες του, έτσι κι εδώ ο Μάικλ Κέιν συμμετείχε, πολλά χρόνια αργότερα (το 2007), στο μάλλον αποτυχημένο ριμέικ της ταινίας (φωτό πάνω δεξιά), στο οποίο, γερασμένος πια, περνά στην αντίπερα όχθη και υποδύεται τον Andrew, έχοντας τον Τζουντ Λο απέναντί του ως Milo. Παρά την καλή επιλογή των δύο πρωταγωνιστών, το ριμέικ δε διαθέτει την πρωτοτυπία και την ομορφιά του πρωτότυπου, αλλά είναι πιο προσιτό στο σύγχρονο θεατή, και κάποιος που δεν έχει δει το αυθεντικό θα το θεωρήσει κι αυτό ενδιαφέρον.
Συνολικά το έργο τα έχει όλα. Δηλητηριώδεις ατάκες γεμάτες μαύρο χιούμορ και αντιπαραθέσεις ιδεών, ανορθόδοξες σκηνές δράσης, συνεχείς ανατροπές και αστείρευτο σασπένς μέχρι το πανέξυπνο γλυκόπικρο φινάλε. Must-see για οπαδούς του κλασικού και του θεατρικού κινηματογράφου, αρκετά πρωτότυπο όμως για να αρέσει σε οποιονδήποτε με στοιχειώδες κινηματογραφικό γούστο.
Βαθμολογία: 8,5/10