Μια ταινία που προκάλεσε κι εξακολουθεί να προκαλεί αίσθηση, τόσο στην εποχή της όσο και σήμερα, αντίστοιχα, «κλείνει» αυτό το φθινόπωρο τα σαράντα χρόνια. Δυστυχώς παραμένει επίκαιρη, ευτυχώς όμως βρίσκουμε αφορμές για να τη θυμόμαστε καθώς πρόκειται για μια από τις πιο «δυνατές» της δεκαετίας του 1970.
Το Εξπρές του Μεσονυχτίου (Midnight Express, 1978) – Prison drama, 120′
Σκηνοθεσία: Alan Parker
Σενάριο: Oliver Stone
Πρωταγωνιστούν: Βrad Davis, Randy Quaid, John Hurt, Irene Miracle
Ένας Αμερικανός τουρίστας συλλαμβάνεται στην Τουρκία για παράνομη μεταφορά χασίς. Ακολουθεί ένα εφιαλτικό ταξίδι στις φυλακές της χώρας, υπό απάνθρωπα άθλιες συνθήκες, μέχρις ότου συνειδητοποιεί πως η απόδραση είναι η μόνη λύση για να μη χάσει τα λογικά του.
Η συγκλονιστική ιστορία την οποία μετέφερε στην οθόνη ο Άλαν Πάρκερ (Bugsy Malone), σε σενάριο του σχετικά άγνωστου τότε Όλιβερ Στόουν (Platoon, Αλέξανδρος) είναι αληθινή, αν κι ο ίδιος ο πρωταγωνιστής της και συγγραφέας του βιβλίου William Hayes ισχυρίζεται πως το σενάριο την άλλαξε πολύ περισσότερο απ΄όσο έπρεπε. Ο Hayes ήταν ένας νεαρός Αμερικανός στην εποχή της απελευθέρωσης των «μαλακών» ναρκωτικών, στις αρχές των 70’s, που συνελήφθη για κατοχή τέτοιων ουσιών στην Τουρκία, ξεκινώντας έτσι μια πορεία στα δικαστήρια και τις φυλακές της γειτονικής χώρας που δύσκολα συλλαμβάνει ανθρώπινος νους.
Η ταινία ακολουθεί την πεπατημένη αρκετών παρόμοιων prison-themed μελοδραμάτων, ξετυλίγοντας το κουβάρι σιγά σιγά, με κάθε λεπτό που περνά να βυθίζει τον πρωταγωνιστή αργά αλλά σταθερά στην απελπισία, το σκοτάδι, τη βία κάθε λογής, τον ψυχικό, αν όχι σωματικό, θάνατο. Αρχικά τα πράγματα φαίνονται μεν άσχημα γι΄αυτόν αλλά διαχερίσιμα, αλλά ο έλεγχος χάνεται στην πορεία. Οι συνθήκες στις φυλακές απεικονίζονται τόσο άθλιες που θα συμπονούσες και το χειρότερο εγκληματία αν ήξερες πως έπρεπε να ζήσει εκεί.
Η ιστορία του Hayes, λοιπόν, εξελίσσεται αριστουργηματικά βασανιστικά, με τον ήρωα να ανακαλύπτει διαρκώς καινούριες απειλές και λόγους που μπορούν να τον οδηγήσουν είτε στο θάνατο είτε στην παράνοια. Οι Τούρκοι φύλακες παρουσιάζονται ως σαδιστές, βίαιοι, σκληροί και παντελώς αδιάφοροι για τις ανάγκες και την υγεία των κρατουμένων. Οι τελευταίοι, είτε τρελαίνονται, είτε γίνονται ακόμη πιο σκληροί κι επικίνδυνοι προκειμένου να επιβιώσουν, είτε ζουν και αναπνέουν με την ιδέα της απόδρασης. Αυτή σκέφτεται και ο Hayes (με προορισμό την Ελλάδα, συγκεκριμένα), και προσπαθεί εναγωνίως να υλοποιήσει όταν αντιλαμβάνεται πως, ακόμη κι αν αποφυλακιστεί κάποτε με νομικά μέσα, του είναι αδύνατο να επιβιώσει μέχρι τότε σ΄αυτό το φριχτό κολαστήριο.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί το έργο και οι συντελεστές του αποτελούν ακόμη και σήμερα «κόκκινο πανί» στην Τουρκία, ειδικά το τελευταίο διάστημα που οι δικτατορική εξουσία του προέδρου Ερντογάν έχει επιστρέψει εν πολλοίς τη γείτονα χώρα στις συνθήκες εκείνης της εποχής. Ο ίδιος ο Hayes βέβαια αρνείται πως τα πράγματα ήταν τόσο τραγικά όσο φαίνονται στην ταινία, ενώ και ο σεναριογράφος Στόουν έχει παραδεχθεί πως άλλαξε την πηγή του για να κάνει πιο δραματική και σκληρή την ταινία του. Σε κάθε περίπτωση, οι περιπέτειες του Hayes στα άδυτα των τουρκικών φυλακών σε συγκλονίζουν, σε ταράζουν, σε προβληματίζουν, σε κάνουν ν΄αναρωτηθείς πώς και γιατί ένας άνθρωπος μπορεί να βρεθεί σε συνθήκες που δε θα ευχόταν ούτε στο χειρότερο εχθρό του.
Ίσως πράγματι ο Όλιβερ Στόουν και ο σκηνοθέτης Πάρκερ να ήταν κάπως υπερβολικοί στην απεικόνιση των τουρκικών φυλακών. Προσωπική μου άποψη, ωστόσο, είναι πως κάτι τέτοιο δεν έχει σημασία. Η ταινία τους είναι συγκλονιστική, γεμάτη δράμα, σασπένς, συγκινήσεις και σκηνές που δε φεύγουν ποτέ από το μυαλό σου. Σε ορισμένα σημεία, η νευρώδης, νατουραλιστική σκηνοθεσία του Πάρκερ συναγωνίζεται αριστουργήματα του είδους όπως το Πράσινο Μίλι και η Τελευταία Έξοδος Ρίτα Χέιγουορθ. Το καστ, από τον πρωταγωνιστή Μπραντ Ντέιβις μέχρι το «δικό μας» Ζαννίνο δουλεύει σαν καλοδουλεμένο σύνολο, εμποτισμένο στη φιλοσοφία της ταινίας, ενώ ειδική μνεία αξίζει η καθηλωτική μουσική του Giorgio Moroder.
Η συχνή χρήση του τίτλου της ταινίας για να περιγράψει οτιδήποτε σχετικό με τις φυλακές στην Τουρκία –εσχάτως από τα ελληνικά μέσα για τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς που κρατούνταν μέχρι πρότινος στην Αδριανούπολη- αποδεικνύει πόσο η γειτονική χώρα έχει στιγματιστεί από την απήχηση του έργου, και σίγουρα γίνεται αντιληπτό γιατί δεν είναι καθόλου ευχαριστημένοι εκεί με τον Πάρκερ και τους λοιπούς συντελεστές, ακόμη και σήμερα. Αυτό δεν πρέπει να αφαιρεί τίποτα όμως από την εξαιρετική ποιότητα του Εξπρές του Μεσονυχτίου, μια ταινία την οποία οφείλει να έχει δει κάθε σινεφίλ που σέβεται τον εαυτό του.
Βαθμολογία: 8/10