Ακούραστος και αειθαλής στα 72 του, ο τεράστιος Στίβεν Σπίλμπεργκ επιστράτευσε δύο γίγαντες του Χόλιγουντ, Τομ Χανκς και Μέριλ Στριπ, παρουσιάζοντας μια αληθινή ιστορία που μπορεί να πραγματεύεται γεγονότα του –σχετικά- μακρινού παρελθόντος (τις ασυδοσίες της κυβέρνησης Νίξον), αλλά έχει άμεσο επίκαιρο μήνυμα κατά παντός Τραμπ υπευθύνου.
The Post (2017) – Ιστορικό δράμα, 115′
Σκηνοθεσία: Steven Spielberg
Σενάριο: Liz Hannah & Josh Singer
Πρωταγωνιστούν: Meryl Streep, Tom Hanks, Sarah Poulson
Επί κυβέρνησης Νίξον, η εκδότης της εφημερίδας Washington Post και οι σύμβουλοί της, πολλοί εκ των οποίων αμφισβητούν την ικανότητά της να διοικήσει λόγω του φύλου της, αμφιταλαντεύονται αν θα δημοσιεύσουν απόρρητες πληροφορίες για τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Θα ξεκινήσω την ανάλυση της ταινίας με την πιο χρησιμοποιημένη φράση στη σύγχρονη ιστορία του σινεμά: η Μέριλ Στριπ είναι προτεινόμενη για Όσκαρ για την ερμηνεία της. Η καλύτερη ηθοποιός της γενιάς της τράβηξε… μπλακ τζακ (21) στις υποψηφιότητες – έχει 3 βραβεία – και με την παρουσία της ανεβάζει επίπεδο ολόκληρη την ταινία.
Η Στριπ υποδύεται την εκδότη της μεσαίου βεληνεκούς εφημερίδας Washington Post, στα χρόνια της επεισοδιακής θητείας Νίξον στον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ, και με τον καταστροφικό για τους Αμερικανούς πόλεμο του Βιετνάμ στο αποκορύφωμά του. Μια διαρροή εμφανίζεται στον αμερικανικό τύπο, η οποία περιλαμβάνει απόρρητα στοιχεία για τις αμερικανικές επιχειρήσεις στην Ινδοκίνα, και αποκαλύπτει πληθώρα από ψέματα και απάτες που έστησαν οι πολιτικοί γύρω από τον πόλεμο. Ο πρόεδρος Νίξον κινείται δικαστικά εναντίον όσων δημοσίευσαν τις διαρροές, ωστόσο όταν αυτές φτάσουν στην Post, η εκδότης και οι σύμβουλοί της καλούνται να αποφασίσουν αν θα κάνουν αναδημοσίευση, μια κίνηση τεράστιου ρίσκου αλλά αντίστοιχα μεγάλου πιθανού κέρδους.
Το παράπλευρο θέμα που πραγματεύεται η ιστορία, εξίσου σημαντικό, είναι η αμφισβήτηση που δέχεται η εκδότης της εφημερίδας από τα υπόλοιπα στελέχη, και η οποία πηγάζει κατ΄εξοχήν από το φύλο της. Ακόμη και ο συνετός, πολυμήχανος και σύμμαχός της σύμβουλος (Τομ Χανκς) προσπαθεί να την καθοδηγήσει «από το παρασκήνιο», πολλοί δε αναρωτιούνται ανοιχτά για το αν μια γυναίκα μπορεί να πάρει τόσο σημαντικές αποφάσεις. Ο Σπίλμπεργκ αναδεικνύει έτσι την επιπρόσθετη δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι (ελάχιστες) γυναίκες σε διοικητικές θέσεις, όχι μόνο στην εποχή που διαδραματίζεται το φιλμ, αλλά και σήμερα.
Κατά τ΄ άλλα η ταινία αποτελεί έναν ύμνο στην ελευθερία του τύπου και στη λειτουργία του «για λογαριασμό των κυβερνομένων, και όχι των κυβερνόντων», επιτιθέμενη έμμεσα στον εν ενεργεία αμερικανό πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος δε φαίνεται να συμμερίζεται αυτές τις ιδέες. Υπάρχουν ανατροπές, σασπένς, ατμόσφαιρα, δυο καταπληκτικές ερμηνείες από δυο τιτάνες της τέχνης, Μέριλ Στριπ και Τομ Χανκς, και η μεστή, ρεαλιστική σκηνοθεσία του μαιτρ Στίβεν Σπίλμπεργκ.
Παρ΄ όλα αυτά η ταινία αδυνατεί να πετύχει το κάτι παραπάνω. Σε πείθει, αλλά δε μπορεί να σου προκαλέσει συναίσθημα και ταύτιση με τους ήρωες. Η ανάλυση των χαρακτήρων και των κινήτρων μένει στη μέση, ενώ όποιος δε γνωρίζει καλά την αληθινή ιστορία μάλλον θα βρει κάποια κομμάτια του παζλ ασυμπλήρωτα (επιπλέον, αν δε σας ενδιαφέρει πολύ η ιστορία ίσως σας κουράσει). Δεδομένων των τεράστιων ικανοτήτων του σκηνοθέτη και των πρωταγωνιστών, τις οποίες έχουμε απολαύσει πολλάκις εδώ και δεκαετίες, είναι λογικό η ταινία να μην προκαλέσει τόση αίσθηση και να μείνει μακριά από τις οσκαρικές υποψηφιότητες (αν και προτάθηκε για καλύτερη ταινία). Χτυπητή, επίσης, η αδυναμία να αναδείξει κάποιον τρίτο χαρακτήρα εκτός από τους δύο βασικούς, αφήνοντας όλο το υπόλοιπο καστ στη σκιά των δύο ιερών τεράτων της τέχνης που πρωταγωνιστούν.
Αυτό δεν αναιρεί, φυσικά, ότι έχουμε να κάνουμε με μια ταινία υψηλής ποιότητας, ευχάριστη στη θέαση και με σημαντικά και επίκαιρα μηνύματα προς το θεατή, αντάξια των μεγάλων ονομάτων που αποτελούν τους συντελεστές της. Άλλωστε, θα μπορούσε ποτέ μια ταινία που σκηνοθετεί ο Σπίλμπεργκ με πρωταγωνιστές τη Μέριλ Στριπ και τον Τομ Χανκς να μην είναι καλή;
Βαθμολογία: 7,5/10