Τρία χρόνια πριν, το 2014, ήρθε σχεδόν από το πουθενά μια θεότρελη κωμωδία-περιπέτεια βρετανικής παραγωγής που το κοινό λάτρεψε γρήγορα. Έτσι, πάρθηκε η απόφαση να γυριστεί και σίκουελ, με τους ίδιους βασικούς πρωταγωνιστές αλλά μεγαλύτερη… αμερικάνικη βοήθεια και λίγο λιγότερο χιούμορ.
Kingsman: The Golden Circle – Περιπέτεια/κωμωδία, 141΄
Σκηνοθεσία: Matthew Vaughn
Σενάριο: Matthew Vaughn & Jane Goldman
Πρωταγωνιστούν: Taron Egerton, Julianne Moore, Colin Firth, Channing Tatum
Η μυστική οργάνωση Kingsman, που έσωσε τον πλανήτη για πολλοστή φορά στο προηγούμενο φιλμ, δέχεται ισχυρό πλήγμα από πρώην υποψήφιό της και οι λίγοι επιζώντες αναγκάζονται να ζητήσουν βοήθεια από τους «συναδέλφους» τους στις ΗΠΑ για να αντιμετωπιστεί ένας νέος κίνδυνος.
Όπως ξέρετε όσοι είδατε το πρώτο φιλμ, οι Kingsman αποτελούν μια μυστική οργάνωση με βάση το Ηνωμένο Βασίλειο, της οποίας οι πράκτορες καλούνται να προστατέψουν οτιδήποτε χρειάζεται, από σημαίνοντες ανθρώπους μέχρι (όπως στην πρώτη ταινία) ολόκληρο τον πλανήτη.
Ο νεαρός πράκτορας Eggsy aka Galahad (Egerton), που έσωσε ψιλομόνος του τον κόσμο στο πρώτο φιλμ και πήρε και δώρο την πριγκίπισσα της Σουηδίας, βρίσκεται εδώ σε δύσκολη θέση καθώς ένας ορκισμένος εχθρός, δικός του και της οργάνωσης συνολικά, κατορθώνει να χακάρει το σύστημα και να την καταστρέψει σχεδόν ολοσχερώς. Μόνος του πια, μαζί με τον εκπαιδευτή Μέρλιν (Mark Strong), ταξιδεύουν στις ΗΠΑ για να ζητήσουν βοήθεια από την αντίστοιχη οργάνωση (Statesman, καθώς οι ΗΠΑ δεν έχουν βασιλιά). Εκεί τους περιμένουν αρκετές εκπλήξεις, αλλά και ένας νέος κίνδυνος: μια διαβολική έμπορος ναρκωτικών (Moore) που κατέχει πια το μονοπώλιο στις απαγορευμένες ουσίες κι έχει εμφυτεύσει έναν ιό που απειλεί να εξολοθρεύσει τους χρήστες τους.
Η πρώτη ταινία χαρακτηριζόταν γενικά από καυστικό, απρόβλεπτο, ακατάπαυστο χιούμορ, συχνά στα όρια της καφρίλας, και κάποιες σκηνές δράσης και μαχών επιτηδευμένα μη ρεαλιστικές. Έτσι ξεκινάμε κι εδώ, αλλά κάπου στην πορεία μάλλον χανόμαστε. Προφανώς εξαιτίας έλλειψης αντίστοιχης έμπνευσης, το χιούμορ εδώ, αν κι εξακολουθεί να είναι καλό, είναι πολύ λιγότερο και το ξεκαρδιστικό γέλιο που προκαλούσε το πρώτο φιλμ αποτελεί μακρινή ανάμνηση, με ελάχιστα αστεία να αξίζουν πραγματικά.
Ακόμα ένα «μείον» συγκριτικά με το πρώτο φιλμ, οι χαρακτήρες και οι ιδιαίτερα ο βασικός κακός. Η Julianne Moore είναι αδιαμφισβήτητα μια εξαιρετική ηθοποιός αλλά ο ρόλος την αδικεί, καθώς δε δείχνει ούτε αρκετά διαβολική ούτε παράγει ιδιαίτερο χιούμορ. Δευτερεύοντες κακοί πρακτικά δεν υπάρχουν, αν και μπορούμε να προσθέσουμε τον μισάνθρωπο Αμερικανό πρόεδρο, η απεικόνιση του οποίου ίσως αποτελεί «μπηχτή» για τον πραγματικό κάτοχο του πόστου Ντόναλντ Τραμπ.
Βασική έμπνευση της ταινίας αποτελεί η μεταπήδηση από την Αγγλία στην Αμερική και η μίξη του βρετανικού στοιχείου με το αμερικάνικο –και δη αυτό του Τέξας, με τους καουμπόιδες και την Άγρια Δύση. Δύο ηθοποιοί που «το έχουν» αυτό το στοιχείο, ο Jeff Bridges και ο Channing Tatum, επιστρατεύονται για το σκοπό αυτό, αλλά κι αυτοί σπανίως έχουν ευκαιρία να αναδείξουν το ταλέντο τους. Το ίδιο ισχύει και για το μεγάλο Colin Firth, που επιστρέφει παρότι ο χαρακτήρας του πέθανε στο πρώτο φιλμ, αλλά σ΄ ένα μάλλον άχαρο ρόλο και μοιάζει μάλλον έξω απ΄ τα νερά του.
Παρόλα αυτά, η ταινία δεν είναι ολότελα κακή. Είναι εμφανώς κατώτερη από την προηγούμενη, δεν έχει το ενδιαφέρον ούτε το χιούμορ της, αλλά εξακολουθεί να βλέπεται ευχάριστα, χάρη σε κάποιες μεμονωμένες σκηνές δράσης και ατάκες από τους πρωταγωνιστές της. Απ΄ ότι φαίνεται, πάντως, το «απόθεμα» εύστοχων εμπνεύσεων από τους δημιουργούς έχει εξαντληθεί, οπότε καλό θα ήταν να μην προχωρήσουν σε τρίτη ταινία αν δε μπορούν να ανεβάσουν εκ νέου το επίπεδο…
Βαθμολογία: 6,5/10