Στο προηγούμενο άρθρο μου μίλησα για την εμπειρία μου στο θέατρο, έτσι λοιπόν σήμερα θα μοιραστώ την εμπειρία μου στον κινηματογράφο. Φυσικά, δεν ήταν η πρώτη φορά που πήγα σε κινηματογράφο, αλλά είχε περάσει αρκετός καιρός από την τελευταία μου επίσκεψη. Και θυμήθηκα ότι ανεξαρτήτως του τι ταινία θα παρακολουθήσεις το ότι την βλέπεις σε μια τεράστια οθόνη, με άριστη ποιότητα και καθαρό και δυνατό ήχο, μπορεί να σε εντυπωσιάσει πιο εύκολα και να σε κάνει να εκτιμήσεις περισσότερο την απαιτητική δουλειά όλων όσων εργάστηκαν για την δημιουργία της. Όταν, λοιπόν, η ταινία που επέλεξες να δεις είναι ένα αριστούργημα, όπως το Loving Vincent, τότε ο εντυπωσιασμός και το δέος είναι ακόμα εντονότερα.
Η ταινία δείχνει την πορεία του Armand Roulin (Douglas Booth) που προσπαθεί να ανακαλύψει αν ο γνωστός ζωγράφος Vincent van Gogh (Robert Gulaczyk) αυτοκτόνησε ή κάποιος τον σκότωσε. Η αναζήτησή του αυτή ξεκίνησε ύστερα από προτροπή του πατέρα του, Joseph Roulin (Chris O’Dowd) να παραδώσει στον αδερφό του Vincent, τον Theo (Cezary Lukaszewicz), ένα γράμμα που ο αδερφός του δεν πρόλαβε να ταχυδρομήσει. Η δυσκολία του να παραδώσει το γράμμα αυτό, θα φέρει Armand σε επαφή με τους ανθρώπους που έζησαν κοντά στον Vincent τις τελευταίες έξι εβδομάδες της ζωής του και θα μάθει τις δικές τους αναμνήσεις και ερμηνείες για τον χαρακτήρα και τον θάνατο του μεγάλου ζωγράφου.
Ακούγεται σαν μια ιστορία που μέσα από τις αναδρομές διάφορων προσώπων ο πρωταγωνιστής φτάνει στην λύση ενός μεγάλου αινίγματος, μια τεχνική παρουσίασης γεγονότων που ακολουθήθηκε σε πολλές ταινίες με μεγάλη επιτυχία, με πρώτη και καλύτερη το Citizen Kane -με εξαίρεση ότι εκεί μόνο το κοινό και όχι το άτομο που προσπαθούσε να βρει την απάντηση έμαθε την λύση του αινίγματος. Τι είναι, λοιπόν, αυτό που κάνει το Loving Vincent να ξεχωρίζει; Είναι η μορφή του. Κάθε εικόνα, κάθε σκηνή που προβάλλεται είναι ζωγραφισμένη στο χέρι από ζωγράφους που εκπαιδεύτηκαν τόσο στις τεχνικές που χρησιμοποιούσε ο van Gogh στην ζωγραφική του όσο και σε τεχνικές animation. Όπως χαρακτηριστικά σχολίασε η αδερφή μου όταν της έδειξα το τρέιλερ της ταινίας είναι σαν πίνακες που κουνιούνται.
Ήμουν τυχερή, γιατί όταν πήγα να δω την ταινία δύο από τους ζωγράφους που δούλεψαν για την δημιουργία της ήταν εκεί για να μιλήσουν στους θεατές. Μας είπαν ότι πρόκειται για μια πολωνική παραγωγή, στην οποία συμμετείχαν 125 ζωγράφοι από όλο τον κόσμο και ανάμεσά τους και Έλληνες. Συνολικά χρησιμοποιήθηκαν 65.000 σκίτσα. Η δημιουργία κάθε σκίτσου απαιτούσε χρόνο και προσοχή, καθώς συνήθως πάνω από ένας ζωγράφος ασχολούνταν με το ίδιο σκίτσο και έπρεπε όλοι να χρησιμοποιούν τα ίδια χρώματα, ανεξαρτήτως αν ο ζωγράφος βρισκόταν στα στούντιο στην Πολωνία ή σε αυτό της Αθήνας. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι η ταινία χρειάστηκε έξι χρόνια για να ολοκληρωθεί, αφού πρώτα γυρίστηκε σε green και blue screens με ηθοποιούς και ύστερα ζωγραφίστηκε.
Παρά την καινοτομία στην μορφή, το Loving Vincent έχει τα χαρακτηριστικά μια κανονικής ταινίας. Οι Dorota Kobiela και Hugh Welchman που ανέλαβαν την σκηνοθεσία μαζί με τους συνεργάτες τους “παίζουν” με την θέση της κάμερας, την θέση των χαρακτήρων, τον φωτισμό με την αντίθεση φωτός και σκιάς, αλλά με την έγχρωμη εικόνα για το παρόν και την ασπρόμαυρη για τις αναδρομές, ώστε να τραβήξουν την προσοχή του θεατή και να περάσουν τα επιθυμητά μηνύματα είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα.
Συνοπτικά, το Loving Vincent δεν συγκρίνεται με καμία ταινία που έχεις δει μέχρι τώρα λόγω της πρωτότυπης μορφής της και για αυτό αξίζει όλοι να την βιώσουν.